Οσμές πολιτικής οξείδωσης, που αρνείται τα ουσιώδη και μακροημερεύει στα επιφανειακά
Κοινό άρθρο των Απόστολου Αποστόλου και Γιώργου Σαχίνη
Τα πολιτικά γεγονότα βρίσκονται σε μια διαρκή φυγοκέντρηση. Όλα φαίνονται να διαγράφουν μια πορεία χωρίς έλεγχο, χωρίς ποτέ να υπάρχει ένα τελικό γεγονός. Εξάλλου βρισκόμαστε στο σημείο όπου τα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα δεν έχουν επαρκή αυτόνομη ενέργεια. Χάνονται μέσα στους στρόφους της πολιτικής ερήμου, εκεί όπου στέλνουν κάθε δράση στο απεριόριστο της διάδοσής τους, αλλά χωρίς παραλήπτη.
Κανείς, εξάλλου, δεν παρακολουθεί τα νοήματα και τις λέξεις των πολιτικών αναφορών και αυτό γιατί δεν υπάρχει επιβεβλημένη κυκλοφορία και διαδικασία προς επικοινωνία. Έτσι βρίσκεται η ευκαιρία πολιτικοί, κόμματα, να απαλλάσσονται από λογοδοσίες και αναφορές.
Τα παραδείγματα πολλά. Σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση. Σκάνδαλα, ατολμίες, κενές αντιπαραθέσεις, κενολογίες, συνθήματα χλωμά. Το αποτέλεσμα μια επανάληψη του ίδιου που πολλαπλασιάζεται με το ίδιο. Τα κόμματα, χρηματοδοτούμενα από τον κρατικό κορβανά, ενδιαφέρονται αποκλειστικά για την επιβίωση και αυτοτροφοδότηση της ύπαρξής τους και μόνο.
Και το τραγικότερο είναι ότι νομιμοποιείται η σύγχυση που αδυνατεί να προσδιορίσει το εμπρός με το πίσω, το θετικό με το αρνητικό, το λογικό με το παράλογο. Αλλά και η απάθεια, που απλώνεται σαν κινούμενη άμμος. Τι έχει συμβεί τελικά; Έχουμε εξοικειωθεί με το μηδέν, έχουμε ουδετεροποιηθεί και αναγκαστικά έχουμε μιθριδατιστεί; Τελικά η κοινωνικο-πολιτική μας συνθήκη μόνο ερωτήματα αναπάντητα μπορεί να θέσει. Φαίνεται πως η απάντηση μάς άφησε χρόνους, όπως μας άφησαν και τόσα άλλα. Αλλά ποια απάντηση μπορούμε να προσδοκούμε; Δεδομένου ότι ο νέος κόσμος μας μόνο τεχνικές απαντήσεις μπορεί να μας δώσει κι αυτές να επιβραδύνουν την αδιαφορία και τη χαύνωση.
Το ελληνικό παράδειγμα είναι το πλέον πιο εμφανέστατο. Εδώ όλα συντονίζονται πίσω από τον μπερντέ. Εκεί μοιράζονται οι ρόλοι, εκεί χαράσσονται οι διάλογοι, ακόμη και οι μούτες (γκριμάτσες – μορφασμοί) εκεί, πίσω από τον μπερντέ σκηνοθετούνται. Όλη η δραστική μας εμβέλεια είναι χορογραφημένη, μέσα από μια συμφωνία. Αυτό είναι το λαμπρό δείγμα της νεοελληνικής πολιτικής και κοινωνικής συνθήκης μας. Πουθενά δεν υπάρχουν αντιθετικά και ανταγωνίσιμα, όλα είναι σταθεροποιήσιμα και μοιάζουν με συρμό που, αν δεν τα παρακολουθήσεις, τότε είσαι έξω απ’ όλα. Και μόνος και αποσυνάγωγος, θα γίνεις σκόνη στις μυλόπετρες των δυνάμεων.
Η εποχή μας, σε αντιστροφή από κείνο που έλεγε ο Μπρεχτ «νικήσαμε τα λιοντάρια, θα μας φάνε οι κοριοί», δε βάζει κάποια ετοιμότητα σωτηρίας, αλλά μια υποχώρηση. Και μας λέει, αν θέλεις να ζήσεις, εγκαταλείπεις τα πόστα του πολέμου και πηγαίνεις στα λαγούμια της επιδοματοφαγίας.
Ο Νίτσε με το αναρχικό και μυστικοπαθές του πνεύμα μας είχε πει: «Πάνω στις χιλιετίες τυπώνω το σχήμα της παλάμης μου σαν σε μαλακό χαρτί». Εμείς δεν έχουμε παλάμη γιατί μάθαμε να μην τη χρησιμοποιούμε για τους αγώνες μας, αλλά να στέκεται όρθια πάνω από το πληκτρολόγιό μας, σερφάροντας στον εικονικό κόσμο της αδιαφορίας και της ηττοπάθειας. Τώρα τα γεγονότα δεν είναι για μάχη, αλλά για γκρίνια. Για παράδειγμα η κυβέρνηση θέλει να φυλλομαδήσει τη μνήμη μας και μας εξαπατά με τρόπους άκαιρους. Τα προβλήματα όμως της κοινωνίας είναι εκεί και περιμένουν λύσεις, εξηγήσεις, πρωτοβουλίες. Ωστόσο η κυβέρνηση έφτιαξε ένα σκηνικό ακινησίας, στο οποίο ρόλο έχει και η αντιπολίτευση, αλλά τίποτε δεν είναι ακίνητο. Αυτό δεν κατάλαβε και η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση.
Το λιβάνισμα περισσεύει
Κυβέρνηση και πρωθυπουργός πίστεψαν στην ακινησία τους και αυτό γιατί το λιβανιστήρι από τα Μέσα Ενημέρωσης ήταν καθημερινό. Υπάρχουν όμως και φορές που το λιβάνισμα δεν μπορεί να προσφέρει τίποτε και εξαργυρώνεται ως ατυχία και όχι ως αγαθή ευλογία και προστασία. Όμως αυτοί που ασκούν τη λιβανιστική τέχνη ξέχασαν εκείνο που λέει ο λαός: «Το πολύ το κυρ ελέησον το βαριέται και ο παπάς ακόμη».
Που σημαίνει ότι: Η συνεχής επανάληψη σε κάτι, και καλό να είναι, τελικά κουράζει και φέρνει δυσαρέσκεια. Μια μυρωδιά από οξείδωση έχει καλύψει τον αέρα της χώρας. Όλα πια έχουν πάρει από την οξείδωση και παντού το κλίμα είναι ασφυκτικό. Με όση δόξα και τεχνητή λάμψη κι αν λούζονται σε αυτή τη χώρα κυβέρνηση και αντιπολιτευόμενες δυνάμεις, όλα εξαργυρώνονται με ατυχία. Γιατί η μια ατυχία έρχεται μετά την άλλη. Για την κυβέρνηση το ένα σκάνδαλο ανταγωνίζεται το άλλο και τα τεχνητά βάγια της πολιτικής αρετής της, που της εναποθέτουν τα Μέσα Ενημέρωσης, τα παίρνει ο αέρας των σκανδάλων.
Κρανίου τόπος
Η ιδιότροπη επίδοση σε μια αντιλαϊκή πολιτική και η γιγάντωση της διαφθοράς και της διαπλοκής καθιστούν τη χώρα κρανίου τόπο. Όσο κι αν θέλει η κυβέρνηση και τα μέσα πληροφόρησης να αντιστρέψουν την αλήθεια, η πραγματικότητα στέκεται όρθια. Ωστόσο, η αντοχή των πολιτών εξαντλείται, αλλά η κυβερνητική αδιαφορία παραμένει αμετακίνητη. Το ίδιο συμβαίνει και με τις αντιπολιτευτικές δυνάμεις, κλείνονται στα μικρομέγαλα φρούριά τους με προκατασκευασμένες λύσεις, αλλά οι λύσεις είναι όπως και της κυβέρνησης, χωρίς σφραγίδα εγκυρότητας. Να γιατί την υπόθεση των Τεμπών την κατέταξαν στα λίμπερδα και στα αδέσποτα.
Γιατί όλα στην πολιτική αναμετρώνται ως κέρδη και ζημιές. Δηλαδή στη σύμμετρη οριοθέτηση μεταξύ κομματικής απώλειας και κομματικού κέρδους. Όλα έξω και πέρα από το εθνικό χρέος και την αλήθεια. Την τραγωδία των Τεμπών η κυβέρνηση την απομειώνει διαρκώς, απαλείφει τα ευρήματα, ενώ η αντιπολίτευση τη χρησιμοποιεί ως ψηφοθηρική υπόθεση. Ο πόνος των ανθρώπων που έχασαν τους δικούς τους δεν ακούγεται, γιατί ο πολιτικός κουφισμός κάνει υπερωρίες. Όχι δεν είναι οι ύπνω-βεβαρημένοι πολιτικοί που δεν αισθάνονται τον πόνο, είναι τα τενάγη της εξουσιολαγνείας, που αναισθητοποιεί τον πόνο, και κυρίως το γεγονός των προσυμφωνημένων συμφερόντων (δηλαδή, η συμφεροντολογική αγωγή της πολιτικής), που τυφλώνει την αίσθηση και τον νου.
Το μέτρο της υποκρισίας
Σε αυτήν την άβυσσο της υπαισθησίας (μειωμένη ευαισθησία σε απτικά ερεθίσματα) βρίσκεται και η αιματοβαμμένη Γάζα (ο μετρητής του διεθνούς ανθρωπισμού). Και εδώ καταδείχθηκε το μέγεθος της υποκρισίας με την οποία αντιμετωπίζεται ο πόνος, το αίμα, ο θάνατος. Η κυβέρνηση, ως άλλος Πόντιος Πιλάτος, στάθηκε στο Πόντιουμ της υποκρισίας, και οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις ούτε ένα συλλαλητήριο με πυγμή δεν κατάφεραν να οργανώσουν, χωριστά σαν απεργία της ΓΣΕΕ με τον “στρατό” του ο καθένας, όπως και στις προανακριτικές προτάσεις για τα Τέμπη στη Βουλή, κάθε κόμμα και καημός, λέγε με “το δικό μου ορθόδοξο” πόρισμα. Έμειναν έτσι σε λεκτικές και θυμικές υποστηρίξεις.
Ο ουκρανο-ρωσικός πόλεμος έδειξε ότι η ειρήνη είναι στην πραμάτεια της διεθνούς αγοράς κι εμείς εδώ, ως παρακολουθήματα, χάσαμε την ευκαιρία να αναδείξουμε την κατοχή της Κύπρου στο βόρειο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, εδώ και πάνω από μισό αιώνα από την Τουρκία, αλλά και τη διαρκή απειλή μας από τη συγκεκριμένη χώρα.
Η αξιολόγηση του Δημοσίου και η άρση της μονιμότητάς του, μια αδιάσκεπτη και σκανδαλώδη κίνηση, δείχνει πως πρόκειται για μια ακόμη ύποπτη φούσκα, που μας καλεί να συμβιβαστούμε με το νέο καθεστώς της υπεργολαβίας από ιδιώτες στο Δημόσιο και το καθεστώς των συμβάσεων, αλλά και της εκχώρησης των περισσότερων δημόσιων λειτουργιών στους ιδιώτες, άρα για ποιο δημόσιο και κράτος μιλάνε από ό,τι απέμεινε, ένας συρρικνωμένος δημόσιος χώρος, για χάρη του ιδιωτικού κέρδους. Πονηριά της κυβέρνησης επάνω σ’ ένα «πολυμήχανο πνεύμα των καιρών, που κάνει κάθε έννοια συκοφάντη του εαυτού της», όπως έγραφε ο Μπερξόν. Και μπροστά σε όλα αυτά η αντιπολίτευση τραγουδά άριες στο παράθυρο της κυβέρνησης.
Το σκάνδαλο με τον ΟΠΕΚΕΠΕ, μια ιστορία που οργανώθηκε για να θυμίσει ότι εμείς τους κουτόφραγκους τους έχουμε για πρωινό ρόφημα, μας βγάζει και πάλι στη “σέντρα” της αμεταχάραγης απατεωνιάς. Αλλά και το νέο Προεδρικό Διάταγμα του υπουργείου Περιβάλλοντος για την ανα-οριοθέτηση των οικισμών της χώρας σε χωριά με πληθυσμιακή δυναμική μικρότερη των 2.000 κατοίκων μετατρέπει τα οικόπεδα των 2 στρεμμάτων σε αγροτεμάχια.
Μήπως κάποιοι ονειρεύονται τις αποφάσεις του Σμόλνι της Πετρούπολης του 1917; Σε μια μικρογραφία βέβαια και τηρουμένων των αναλογιών. Και εδώ οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις εισέρχονται στην αχάνεια (την απεραντοσύνη) των ανερμάτιστων φλυαριών και όχι στις ποιοτικές αντιπροτάσεις.
Η αναποδογυρισμένη τάξη
Πού στηρίζονται όλα τα παραπάνω; Μα σαφώς σε επινοήματα παράξενων αξιωματικών κριτηρίων και συλλογισμών, για να αναποδογυρίσουν την υφιστάμενη συλλογική μας τάξη. Ο Σεφέρης έλεγε κάποτε ότι «οι θεσμοί μας είναι το συλλογικό συνείναι μας, δηλαδή το ατόφιο και το αποκαθαρισμένο παρόν, που σέβεται το ήδη μαχόμενο του παρελθόντος». Η συνέχεια, δηλαδή, μέσα στην παράδοση. Κι εμείς σήμερα βουλιάζουμε στις “αναπαυτικές” ερμηνείες των νέων φιρμανιών και στη μεταλλαγή των συμβολαίων της νέας και αδόκιμης πολιτικής τάξης πραγμάτων.
Τα επιχρίσματα της κυβέρνησης και των αντιπολιτευτικών δυνάμεων έχουν αρχίσει να ξεκολλάνε από τις προσόψεις της πολιτικής. Αυτό άραγε ο πολιτικός κόσμος δεν το έχει δει; Όλα τα πολιτικά επιχειρήματα γίνονται σαθρά και ακατάληπτα και οι εξαγγελίες μοιάζουν να ειρωνεύονται την κοινή λογική. Ενώ ο πολιτικός μονόλογος ποτίζει με περισσότερη απαισιοδοξία τους πολίτες. Οι τετριμμένες δικαιολογίες για τα σκάνδαλα εξοργίζουν (για παράδειγμα του ΟΠΕΚΕΠΕ) και τους πιο μετριόφρονες ψηφοφόρους. Όλα τελικά υπονομεύουν τις πολιτικές αρχές της δημοκρατίας. Έτσι ο κατεχόμενος και υποτελής πολίτης καλείται να ζήσει μέσα στην εξαπάτηση και στο περιθώριο.
Ούτε οι νέοι μεσσίες έπεισαν
Οι νέοι μεσσίες και σωτήρες της πολιτικής μας, που έπεισαν τους πολίτες ότι θα φέρουν το καινούργιο, απεδείχθησαν λίγοι και τιμωρητικοί για τον λαό. Μάλιστα, λειτουργώντας μέσα στον αστερισμό της ναρκισσιστικής τους ορμής, αφήνουν τα σπουδαία για να πάνε σε αντιπαραθέσεις που οδηγούν τη χώρα στην ουδενία σε όλα τα επίπεδα. Άντε τώρα να τους πείσεις ότι κάποτε υπήρχε ένας Κιγκινάτος και έγραψε μια ιστορία που θα τη ζήλευε και ο πλέον αγριότερος και άξεστος πολιτικός. Άλλη όμως βλέπετε είναι η πολιτική ανθρωπογεωμετρία σήμερα. Είναι άγρια σήμερα η φούρια του ανέμου της πολιτικής, δε στέκεται πια στα ουσιώδη, αλλά μακροημερεύει στα επιφανειακά. Ποια Τέμπη, ποιες παρακολουθήσεις, ποια σκάνδαλα με τον ΟΠΕΚΕΠΕ, ποια Εθνικά και ποια υπαρξιακά ζητήματα της χώρας όπως το Δημογραφικό, όλα τελικά συζητούνται κάτω από μια θνητή φλυαρία.
Όλα γίνονται θέαμα «Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο», είχε πει ο Νίτσε για τη σκληρότητα της ζωής, για μια ζωή χωρίς βάθος και μέριμνα. Αυτό όμως είναι το δικό μας μοντέλο ζωής κιβδηλοποιητικό και αμεριμνησιακό. Και συνεχίζει ο Νίτσε με τον ίδιο τολμηρό λόγο: «Αναιρώ, όπως δεν αναίρεσε ποτέ κανείς, και όμως δεν είμαι το αντίθετο ενός αρνητικού πνεύματος…». Κάπως έτσι γίνεται σήμερα και με τους αντιρρησίες της πολιτικής μας. Η πολιτική έχει παρανοήσει τον εαυτό της γιατί απλούστατα έχασε το κέντρο βάρους της.
Ο Τζιάν Ενρίκο Ρουσκόνι μας έχει πει ότι: « Οι χαρισματικοί ηγέτες προχωρούν μέσα από αντιθέσεις και είναι σε θέση να τις συνθέτουν και να τις ελέγχουν, οι μη χαρισματικοί μεμψιμοιρούν για το τίποτα, γι’ αυτό μικραίνουν την πολιτική».
Πηγή: