Εχω πολλές φορές υποστηρίξει, όχι μόνο από εδώ αλλά και από άλλα
βήματα, ότι η διαρκής αύξηση του αριθμού των τουριστικών κεφαλών στη
χώρα δεν σημαίνει και τουριστική ανάπτυξη. Οπως και σε πολλές άλλες
περιπτώσεις υπουργείων, πολύ πιό κρίσιμων από αυτό του τουρισμού, οι
ακατάλληλοι πρωθυπουργοί της χώρας τοποθετούν στο πόστο τον κάθε
άσχετο πολιτικάντη που είτε θέλουν να αμείψουν είτε να ξεφορτωθούν,
απαλλασσόμενοι από κάποια κομματική ή άλλη υποχρέωση. Συνακόλουθα, η
“τουριστική διάνοια” που αναλαμβάνει το Υπουργείο Τουρισμού επιχειρεί
να υλοποιήσει δύο κοινότυπες πολιτικές, το ίδιο καταστροφικές, τις
οποίες ωστόσο αντιλαμβάνεται μέσα στην ασχετοσύνη του ως τουριστική
ανάπτυξη. Η πρώτη αφορά στην αύξηση του αριθμού των τουριστών και η
δεύτερη στην αύξηση του αριθμού των κλινών. Πέραν τούτου, ωστόσο, το
χειρότερο μειονέκτημα όλων σχεδόν των πολιτικών στην Ελλάδα είναι ο
υπερφίαλος εγωισμός και η αλαζονεία τους. Ο,τι σκέπτονται και ό,τι
κάνουν είναι το σωστό και κανείς δεν γνωρίζει τα πράγματα όπως αυτοί.
Μαθαίνουμε ξαφνικά λοιπόν ότι τα νησιά υποφέρουν από “υπερτουρισμό”,
ότι το περιβάλλον της χώρας αλλά και τα μνημεία της υποφέρουν και
φθείρονται καθημερινά, ότι η διάθεση διαμερισμάτων “Air BnB” έχει κάνει
το κόστος των ενοικίων απαγορευτικό για τον μέσο Ελληνα και το
χειρότερο, ότι, παρά τα εκατομμύρια των αφίξεων, τα έσοδα απ’ τον
τουρισμό μειώνονται καθώς το κόστος διαμονής μίας εβδομάδας στην
Ελλάδα για το μέσο τουρίστα έχει υποχωρήσει κάτω από τα 500 ευρώ(έτσι,
για τη σύγκριση, το αντίστοιχο κόστος στην Ισπανία πλησιάζει τα 1800
ευρώ και στη Αυστρία υπερβαίνει τα 2000!). Πού οφείλεται αυτή η
εξέλιξη; Εν αρχή, όπως ήδη αναφέρθηκε, στην ακαταλληλότητα, την
ασχετοσύνη και την αλαζονεία του εκάστοτε υπουργού αλλά και στην
αδιαφορία και την προχειρότητα με την οποία αντιμετωπίζει κρίσιμα
ζητήματα για τη χώρα ο εκάστοτε ακατάλληλος πρωθυπουργός. Εάν όντως ο
τουρισμός αντιμετωπιζόταν ως “η βαριά βιομηχανία της χώρας (έκφραση
παντελώς ακατάλληλη), κάθε σοβαρός ηγέτης θα σκεπτόταν ότι σε μία
κρίσιμη θέση θα πρέπει πάντα να τοποθετείται ένας πανθομολογουμένως
ικανός και έμπειρος περί το αντικείμενο ειδικός. Υπό το πρίσμα αυτό
και ενόψει των “κλαυδιανών δικράνων” τα οποία διέρχεται η χώρα, θα
ήταν λογικό να κληθεί να αναλάβει ως υπουργός τουρισμού κάποιος
“Γκίνης” ή ισάξιός του περί τα τουριστικά. Αντ’ αυτού εκλήθη στο πόστο
η συμπαθεστάτη κα Κεφαλογιάννη η οποία, ωστόσο, έχει τόση σχέση με τον
τουρισμό όσο και ο συντάκτης του παρόντος με την πυρηνική φυσική. Ιδού
λοιπόν τα αποτελέσματα της “εμπνευσμένης” ηγεσίας της…
Αναλύοντας επί της ουσίας τα τεκταινόμενα θα παρατηρήσουμε τα εξής
“περίεργα¨- μεταξύ πολλών άλλων. Η προστιθέμενη αξία του τουρισμού
στην εθνική οικονομία είναι ασήμαντη, σε σχέση τουλάχιστον με τον
αριθμό των προσερχομένων κεφαλών(άρα ως “κυνηγοί κεφαλών” θα είμασταν
η ντροπή της ζούγκλας αλλά είναι άσχετο…). Αιτία; Πρώτον, το
τουριστικό προσωπικό είναι κατά βάσιν αλλοδαπό και εισαγόμενο με
συνέπεια το παραγόμενο εισόδημα να δαπανάται κυρίως εκτός Ελλάδος.
Δεύτερον, τα άμεσα αναλώσιμα είναι, εν πολλοίς, εισαγόμενα πχ.
βουτυράκι Δανίας, γάλα Ολλανδίας, μαρμελάδα και μέλι Ιταλίας κλπ.
Τρίτον, τα μακράς διαρκείας αναλώσιμα είναι και αυτά προερχόμενα από
το εξωτερικό π.χ κλινοσκεπάσματα “made in Taiwan”, πετσέτες και
μαχαιροπήρουνα από χώρες ΕΕ γενικώς κλπ. Mόνο στην επίπλωση μπορεί να
ανιχνευθεί κάποια σημαντική ελληνική συμβολή π.χ ντουλάπες, κρεββάτια
κ.α. Τέταρτον, “τα τουριστικά πακέτα” τα προσφερόμενα εκτός Ελλάδος σε
τιμές πολύ μικρότερες από τις αντίστοιχες προσφορές στο εσωτερικό της
χώρας. Αυτό έχει ως συνέπεια να γίνονται οι διακοπές στην Ελλάδα
απαγορευτικού κόστους για τους ιθαγενείς και ιδιαίτερα ελκυστικές για
τον κάθε ξυπόλητο αλλοδαπό. Πέμπτον, οι μεγάλες και πολυάστερες
ξενοδοχειακές μονάδες δεν είναι πλέον ελληνικών συμφερόντων στη
συντριπτική τους πλειοψηφία. Σε συνδυασμό μάλιστα με την προσφορά
διατροφής και μεταφοράς, καταστρέφουν τους τομείς της εστίασης και των
συγκοινωνιών, ιδίως των ταξί. Πολλά άλλα προβλήματα επιβαρύνουν τον
κλάδο του τουρισμού όμως δεν είναι σκοπός μου να γίνω κουραστικός.
Ως λύση, θα απαιτείτο και εδώ η κρατική παρέμβαση η οποία όμως, είναι
πανταχού απούσα. Τί θα μπορούσε να γίνει; Παραθέτω κάποιες προτάσεις
όπως: Πλήρης απαγόρευση των ενοικιάσεων “Air BnB”. Αύξηση του κόστους των
τουριστικών πακέτων, ενδεχομένως μέσω ειδικής φορολόγησης ή θέσπισης
ελαχίστου ορίου κόστους. Θέσπιση μέτρου απαραίτητου κατά κεφαλήν
χρηματικού ποσού για την είσοδο στη χώρα(το μέτρο εφαρμόζει με
επιτυχία η Ισπανία). Υποχρέωση προμηθειών πάσης φύσεως από ελληνικές
πηγές και εισαγωγές από το εξωτερικό μόνο επί ανυπαρξίας αντίστοιχης
ελληνικής παραγωγής. Υποχρέωση πρόσληψης ελληνικού προσωπικού με
πρωτεραιότητα στους αποφοίτους των τουριστικών σχολών. Αναβίωση του
ΕΟΤ και των ξενοδοχειακών του μονάδων (τις οποίες φαλήρισε σκόπιμα η
μεταπολίτευση, ενώ ήσαν απολύτως υγιείς και κερδοφόρες, ενεργώντας
υπέρ του ιδιωτικού κεφαλαίου και της κατάργησης του κρατικού
ανταγωνισμού). Αντιδράσεις, στρεψοδικίες, αρνήσεις ή καθυστερήσεις
εφαρμογής κλπ. δεν χωρούν σε ένα σοβαρό κράτος το οποίο είναι
αποφασισμένο να επιβάλλει συγκεκριμένη οικονομική και εισοδηματική
πολιτική. Δεν υπάρχουν “μου, ξου, του” και “νια, νια, νια”. Οποιος δεν
μπορεί, κλίνει με μεσεγγυητή το Δημόσιο σε περίπτωση μεταβίβασης μιάς
μεγάλης τουριστικής επιχείρησης. Αλλά το ελληνικό κράτος είναι η
παράγκα του καραγκιόζη και το ελληνικό πολιτικό προσωπικό η αποθέωση
της διαφθοράς και της ανικανότητας. Αυτά τα ολίγα λοιπόν για τη “βαριά
βιομηχανία” μας, δυστυχώς…”Αλλά”, θα διερωτάτο κάποιος, “τί πηγαίνει
καλά σ’ αυτή τη χώρα για να πηγαίνει ο τουρισμός;”
Θεόδωρος Οικονόμου Καμαρινός
Διπλωμάτης ε.ε., Πρώην Γενικός Πρόξενος στην Κορυτσά