Όταν ο εκκεντρικός και σημαντικός Γάλλος αβαντγκαρντίστας Μαρσέλ Ντισάμπ έβαλε μουστάκι στην Τζοκόντα αναντίρρητα σόκαρε το φιλότεχνο κοινό. Όμως θεωρήθηκε και
πέρασε στην ιστορία της Τέχνης ως μια ειρωνική στάση απέναντι στην παραδοσιακή τέχνη.
Τέτοιου είδους δράσεις είναι πολλές στον εικοστό αιώνα, τον αιώνα της avant-garde (πρωτοπορίας). Το γεγονός όμως το ίδιο ως γεγονός συνάδει με τον χαρακτήρα των προκλήσεων και μένει στα ” γλωσσικά”, εκφραστικά εργαλεία του εικαστικού λόγου. Όταν όμως ο μυστικός Δείπνος του Λεονάρντο Ντα Βίντσι ή κατά άλλους το “συμπόσιο των θεών” του μεγάλου ολλανδού ζωγράφου Για Φαν Μπαιλερτ αντικαθίστανται από μια παρωδία ντραγκ κουιν, κι η μορφή του Χριστού ή των θεών, δίνει την θέση της επίσης σε μια ντραγκ κουιν, τότε το θέμα ξεφεύγει από τα πλαίσια της Τέχνης. Γίνεται ιδεολογικό παραλήρημα μιας woke κουλτούρας που θέλει να λέει ότι είναι αντι-χριστιανική ή αντι – κλασική. Αυτή η woke επίθεση, γίνεται με σκοπό γελοιοποίησης θρησκευτικών ή μη συμβόλων, έχει ως πρόθεση να ακυρώσει το πολιτιστικό παρελθόν και την ιστορία μιας χώρας. Κι έτσι παίρνει τις διαστάσεις μιας καλλιτεχνικής ή γενικότερα πολιτιστικής ύβρεως.
Η woke κουλτούρα γεννήθηκε πριν χρόνια στην Αμερική ως αντίδραση των μαύρων εναντίον του ρατσισμού. Κι υπήρχαν κοινωνικοί λόγοι γι’ αυτό. Με τον καιρό όμως κάθε “πικραμένος” χρησιμοποιεί την woke κουλτούρα μέσα από την ιδέα της συμπερίληψης. Έτσι έχουμε σταδιακή παραποίηση της πραγματικής woke κουλτούρας. Παίρνει τέτοια εξουσία αυτή η ηθελημένη παραποίηση σιγά-σιγά που απειλείται όλο το κλασσικό οικοδόμημα σε κάθε έκφραση της ζωής. Πρόσφατα μάλιστα κάποιοι θιασώτες της πρότειναν ν’ αλλάξουν κείμενα του Πλάτωνα ή του Αριστοτέλη και να τα κάνουν σύμφωνα με την woke αντίληψη.
Αναντίρρητα ο πολιτισμός εξελίσσεται. Όμως, όπως έλεγε κι ο σπουδαίος μοντέρνος φιλόσοφος Χέγκελ, για να καταλάβουμε ότι το νέο (;) είναι καλύτερο δεν χρειάζεται να ακυρώσουμε ή να καταστρέψουμε το παλιό. Καλό είναι να υπάρχει το κλασσικό για να μετρηθεί κι η αξία του καινούργιου. Αν καταστρέψουν τα παλιά τότε δεν θα έχουμε μνήμη ή σημεία αναφοράς. Θα ζούμε στην ανοησία ενός δήθεν τέλους της ιστορίας η οποία αντικαθίσταται από την Τεχνική.
Κι αυτό γιατί τα σύμβολα θρησκευτικά ή άλλου είδους είναι ανθρωπολογικές αναφορές. Πρέπει να χαίρουν σεβασμού ακόμη κι αν δεν εκφράζουν την επικαιρότητά μας. Καλό θα ήταν λοιπόν η σύγχρονη Τέχνη να μένει στα όρια της δικής της προσπάθειας του δικού της χώρου, να γέννα η ίδια ιδέες ή νέα σύμβολα, να γεννά μορφές, να δημιουργεί νέα γλώσσα, να εμπλουτίζει το καλλιτεχνικό αλφάβητο και να είναι πιο γόνιμη κι ευρηματική. Το να έρχεται λοιπόν κάποιος ανόητος εξυπνάκιας και να επιχειρεί μέσω της δήθεν στρατηγικής της σύγχρονης μεταμοντέρνας Τέχνης, να γελοιοποιήσει μια θρησκευτική ή μη συμβολική μορφή μιας συλλογικής μνήμης, δεν επιτυγχάνει κάτι το δημιουργικό, δεν ενώνει, αλλά διχάζει και δηλώνει “υβριστής”.
Κι αυτό ας δεχτούμε να το κάνει κάποιος κυρίως σε προσωπικό επίπεδο εφόσον είναι η ιδεολογία του. Όχι όμως ένα κράτος, μια κυβέρνηση όπως η Γαλλική. Με τις woke επιλογές ο Γάλλος πρόεδρος δίχασε, κατά την προσφιλή τακτική του, για μια ακόμη φορά τον Γαλλικό λαό και τον κόσμο γενικώς.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες έγιναν για να τιμηθούν οι αθλητές και να γίνουν εκεχειρίες. Όχι για να κηρύσσεται ιδεολογικός πόλεμος και πολιτική χρησιμοποίηση μιας συγκεκριμένης αντίληψης της woke ατζέντας. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες τιμούν τον αθλητισμό, όπως έγινε και στους Ολυμπιακούς Αγώνες των Αθηνών οι οποίοι ήταν άριστοι και τίμησαν το ολυμπιακό πνεύμα. Δεν μπορεί να γίνουν πολιτικό εργαλείο, όπως κάποτε είχε κάνει κι ο Χίτλερ στο Βερολίνο το 1936 ή τα κομμουνιστικά καθεστώτα στην συνέχεια. Ο Αθλητισμός πρέπει να είναι έξω από πολιτικές προπαγάνδας, να είναι παράδειγμα προς μίμηση υγείας και ειρήνης. Δεν το είχαν αυτό το πνεύμα οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Μακρόν. Γιατί ο ίδιος ο Γάλλος πρόεδρος και τα παγκοσμιοποιημένα ολιγαρχικά συμφέροντα που υπηρετεί δεν το θέλουν, δεν θέλουν ειρήνη.
Δημοσθένης Δαββέτας – Καθηγητής Φιλοσοφίας της Τέχνης, ποιητής, εικαστικός,
γεωπολιτιστικός αναλυτής