24 Ιουλίου 1974 – 24 Ιουλίου 2024. 50 χρόνια Μεταπολίτευση. Μισός αιώνας.
Χρονική περίοδος όπου οι λαοί γράφουν Ιστορία. Είτε χρυσές, είτε μαύρες σελίδες. Περίοδος για την οποία στην Ελλάδα, την ιστορικότερη γωνιά του πλανήτη από κάθε άποψη, συνέβησαν γεγονότα τα οποία καθόρισαν σε σημαντικό βαθμό την πορεία αυτής της χώρας. Μια πορεία 50 ετών η οποία ενώ ξεκίνησε σαν μια προσπάθεια αναγέννησής της μέσα από τις στάχτες του Κυπριακού (το έμβλημα του αναγεννώμενου Φοίνικα κατά τραγική ειρωνεία χρησιμοποιήθηκε σαν σήμα κατατεθέν της δικτατορίας) καταλήγει σαν φαρσοκωμωδία στις μέρες μας να διεκδικεί τις «δάφνες» της στρατοκρατούμενης επταετίας. Οι ευθύνες βαρύνουν όλους. Τόσο τους πολιτικούς ταγούς, όσο και τις γενιές των Ελλήνων που είτε παρασύρθηκαν από το νέκταρ του οράματος που τους πούλησαν, είτε έμειναν πολιτικά και κοινωνικά «μετεξεταστέοι», αφού δεν έμαθαν από τα λάθη τους και έμειναν φανατικά προσηλωμένοι στο να τα επαναλαμβάνουν. Ο Αϊνστάιν είχε πει πως, είναι το μέγιστο δείγμα ανοησίας να περιμένεις κάθε φορά για τη λύση ενός προβλήματος διαφορετικό αποτέλεσμα, έχοντας τα ίδια πάντα δεδομένα. Αλλά για να μπορέσουμε να καταλάβουμε πώς φτάσαμε στις δραματικές στιγμές της αλλαγής του καθεστώτος εν μέσω της διαδικασίας «ακρωτηριασμού» της Κύπρου, θα πρέπει να δώσουμε ένα αναγκαίο περίγραμμα για το τι επικρατούσε λίγο καιρό πριν.
Οι ρόδινες μέρες του Απριλιανού καθεστώτος έδειχναν να ανήκουν στο παρελθόν, από το λυκαυγές ακόμα του 1973. Στο εσωτερικό υπήρχε κοινωνική δυσαρέσκεια που σιγόβραζε και που εκδηλώθηκε αρχικά με τα επεισόδια της Νομικής στη Θεσσαλονίκη το Φεβρουάριο του ’73 και εντάθηκε με το κίνημα του Ναυτικού το Μάιο, πράγμα που σόκαρε και ταρακούνησε γερά το στρατιωτικό κατεστημένο. Μέσα σε όλα αυτά υπήρχε και η αυξανόμενη δυσαρέσκεια του κόσμου για τον πληθωρισμό που χτυπούσε τα κατώτερα στρώματα, λόγω της κατάργησης του συστήματος του Bretton-Woods, της κατάργησης δηλαδή των σταθερών νομισματικών ισοτιμιών και της απαγκίστρωσης του δολαρίου από τον χρυσό ουσιαστικά από το ‘71, όσο και των αυξανόμενων τιμών του πετρελαίου παγκοσμίως. Οι πιέσεις που δεχόταν ο Παπαδόπουλος τόσο από τους συμβούλους του, όσο και από τον Αμερικανικό παράγοντα για «χαλάρωση» του καθεστώτος και σταδιακή μετάβαση προς πιο «δημοκρατικά» ανοίγματα ήταν έντονες, παρ’ όλο που και οι ίδιοι οι Αμερικανοί παραδέχονταν σε μυστικές αναφορές τους ότι δεν θα επέτρεπε ποτέ να φύγει εντελώς η διακυβέρνηση από τα χέρια του. Προς αυτή την κατεύθυνση κινούμενος, διενήργησε το δημοψήφισμα για την αλλαγή του Πολιτειακού καθεστώτος και τη μετάβαση από τη Βασιλεία στην Προεδρευομένη Δημοκρατία με υποψήφιο τον ίδιο για «Πρόεδρο της Δημοκρατίας», το οποίο και κέρδισε ύστερα από έντονη προπαγάνδα με ποσοστό πλέον του 78%. Οι παλαιότεροι ίσως θυμούνται ακόμη το τεράστιο φωτεινό «ΝΑΙ» να σκεπάζει την Αθήνα τα βράδια από τον Βράχο της Ακρόπολης. Παράλληλα ανάθεσε την Πρωθυπουργία σε έναν παλαιό πολιτικό, τον Σπύρο Μαρκεζίνη.
Οι τελευταίες αυτές κινήσεις του Παπαδόπουλου εξόργισαν τους νεότερους αξιωματικούς που προσεταιρίζονταν ολοένα και περισσότερο τον, μυστικά κινούμενο προς ανατροπή του δικτάτορα, Δημήτρη Ιωαννίδη, έμπιστο του Παπαδόπουλου. Δεν μπορούσαν να δεχτούν το γεγονός ότι, όπως χαρακτηριστικά έλεγαν σε συναντήσεις μεταξύ τους, «κάναμε την 21 η Απριλίου για να διώξουμε τους πολιτικούς κι αυτός τους ξαναφέρνει πάλι;». Η κατάσταση χειροτέρεψε με τον πόλεμο του Γιομ-Κιπούρ τον Οκτώβριο του 1973, ο οποίος ουσιαστικά ήταν η εκδίκηση του Ισραήλ εναντίον της Αιγύπτου και της Συρίας για τον πόλεμο των 6 ημερών το 1967, καταλαμβάνοντας τα υψίπεδα του Γκολάν από τη Συρία και τη χερσόνησο του Σινά από την Αίγυπτο, με τις ΗΠΑ να σπεύδουν προς βοήθεια του.
Αυτό προκάλεσε το εμπάργκο πετρελαίου των χωρών του ΟΠΕΚ προς τις ΗΠΑ και τις φιλικές προς το Ισραήλ χώρες, μειώνοντας ταυτόχρονα την παραγωγή τους και εκτοξεύοντας διεθνώς τις τιμές του. Προσπαθώντας να αποφύγει τις κακοτοπιές όπως και τον εντεινόμενο αντιαμερικανισμό, το στρατιωτικό καθεστώς ακολούθησε μια ελαφρώς φιλοαραβική πολιτική, ακολουθώντας τις πρακτικές και των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών του ΝΑΤΟ, όπου ναι μεν επέτρεπαν στις αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις να χρησιμοποιούν τον εναέριο και θαλάσσιο χώρο τους, αλλά επ’ ουδενί για έκτακτες ειδικές αποστολές προς τη Μέση Ανατολή. Να σημειωθεί βέβαια για άλλη μια φορά η ειδική μεταχείριση του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ πιο συγκεκριμένα προς την Τουρκία, όπου το ίδιο διάστημα επέτρεπε σε 30 Σοβιετικά «πολιτικά» αεροσκάφη να περάσουν από τον εναέριο χώρο της, με την αιτιολογία ότι μετέφεραν «φάρμακα και τεχνικό εξοπλισμό» προς τις εμπόλεμες φιλοσοβιετικές αραβικές χώρες, χωρίς κανένα αντίποινο.
Το γεγονός που συντόμευσε την τελική δράση για τους Ιωαννιδικούς ήταν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, όπου σε συζητήσεις μεταξύ Ιωαννίδη και Παπαδόπουλου για το πώς να χειριστούν την εξέγερση, ενώ ο πρώτος τον παρότρυνε «Κόψε τους το ρεύμα και το νερό και θα πεταχτούν έξω σαν τα ποντίκια», ο δεύτερος αντέτεινε το επιχείρημα «Άστους να εκτονωθούν και θα φύγουν μόνοι τους», φοβούμενοι και οι δύο να μην ξεφύγει ο έλεγχος της κατάστασης από τα χέρια τους, για τους δικούς του λόγους ο καθένας. Μια εβδομάδα αργότερα όμως, νύκτα της 24 ης προς 25 η Νοεμβρίου, ο Παπαδόπουλος συλλαμβάνονταν και απομονωνόταν στην, παραχωρημένη από τον Ωνάση, βίλα του στο Λαγονήσι από το καθεστώς Ιωαννίδη. Η νέα Χούντα θα αποδεικνυόταν χειρότερη από την προηγούμενη.
Ο επονομαζόμενος και «κρυφός δικτάτορας» αρχηγός της ΕΣΑ, Δημήτρης Ιωαννίδης, ενώ από τους φίλους και συνεργάτες του παρουσιαζόταν σαν μεγάλος πατριώτης επιδιώκοντας την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα (σημειωτέο πως η Κύπρος ήταν ανεξάρτητο πλέον κράτος από τον Αύγουστο του 1960), στην πραγματικότητα αποδείχθηκε υπέρ του δέοντος αφελής και υποκινούμενος. Εμπόδιο προς αυτή την κατεύθυνση της Ένωσης, ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος που πλέον ήταν Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κι όχι απλά Αρχιεπίσκοπος και εναντίον του οποίου είχαν γίνει δύο απόπειρες δολοφονίας, το 1970 και το 1973, προφανώς υποκινούμενες από τη Χούντα των Αθηνών, και ο οποίος θεωρούνταν ότι απομακρυνόταν πλέον από αυτό το εθνικό όραμα. Να σημειώσουμε εδώ ότι η διπλή αυτή ιδιότητα του Μακαρίου τον έφερε σε αντιπαράθεση με τους υπόλοιπους Ιεράρχες του νησιού κι έτσι το 1972, εξελίχθηκε το επονομαζόμενο και «εκκλησιαστικό πραξικόπημα».
Τρεις Κύπριοι μητροπολίτες, απαιτώντας από τον Μακάριο να παραιτηθεί από το κοσμικό του αξίωμα (του προέδρου της Δημοκρατίας), τον καθαίρεσαν από αρχιεπίσκοπο το 1972. Τελικά υπερίσχυσε ο Μακάριος καθώς η μείζων Σύνοδος καθαίρεσε τους «στασιαστές» Μητροπολίτες το 1973 και ο Μακάριος ξαναπήρε τον τίτλο του Αρχιεπισκόπου. Λόγω των κάκιστων σχέσεων λοιπόν Αθήνας και Λευκωσίας, ο Ιωαννίδης προσπάθησε να ενισχύσει την Εθνοφρουρά στέλνοντας αξιωματικούς από την Ελλάδα, κίνηση την οποία έβλεπε ο Μακάριος σαν υπονόμευση της κυριαρχίας του και προετοιμασία ανατροπής του. Τα πράγματα χειροτέρεψαν με το γεγονός της κλοπής οπλισμού από την Εθνοφρουρά τον Μάιο του ’74 την οποία ο Μακάριος την απέδωσε σε κίνηση της Ελληνικής κυβέρνησης προς ανατροπή του και διέταξε προς αντίποινα τη μείωση των Ελλαδιτών στρατιωτικών της Εθνοφρουράς από 11.000 σε 4.500. Αυτή ήταν και η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για την επιβολή και στην Κύπρο στρατιωτικού πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου 1974, από τον στενό φίλο του Ιωαννίδη, Νίκο Σαμψών.
Εδώ θα πρέπει πριν προχωρήσουμε, να κάνουμε μια παρένθεση και να δούμε για μια ακόμη φορά πώς λειτουργεί η Τουρκική διπλωματία, παραδειγματιζόμενοι από το μακρόπνοο σχέδιό της προς επίτευξη των στόχων της. Με τον όρο διχοτόμηση υποδηλώνεται είδος λύσης του Κυπριακού προβλήματος, που προβλήθηκε από τους Τούρκους της Κύπρου ως απάντηση στην απαίτηση των Ελλήνων του νησιού για ένωση της πατρίδας τους με την Ελλάδα. Η διχοτόμηση, αν και υποστηρίχθηκε από τους Τουρκοκυπρίους νωρίτερα, προβλήθηκε απ’ αυτούς με τρόπο επισημότερο και απαιτητικότερο με τη μεθόδευση και την έναρξη του ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων Κυπρίων κατά των Άγγλων κυριάρχων το 1955. Τον μεθεπόμενο χρόνο (1957), ο ηγέτης των Τουρκοκυπρίων δρ. Φαζίλ Κουτσιούκ (αντιπρόεδρος αργότερα της Κυπριακής Δημοκρατίας) κυκλοφόρησε το βιβλίο The Cyprus Question – A Permanent Solution, με χαρακτηριστικό εξώφυλλο τον χάρτη της Κύπρου μοιρασμένης σε δυο τμήματα, κατά μήκος του 35ου παραλλήλου. Από τότε, και στην ίδια την Τουρκία η Κύπρος προβαλλόταν γεωγραφικά μοιρασμένη στα δυο, ακόμη και στα σχολικά εγχειρίδια γεωγραφίας!!!
Οι Έλληνες της Κύπρου, αλλά και οι ελληνικές κυβερνήσεις των Αθηνών που κατά καιρούς χειρίστηκαν από τότε το Κυπριακό, απέτυχαν να υπολογίσουν και αναλύσουν σωστά την αντίδραση αυτή των Τουρκοκυπρίων και της Τουρκίας, την οποία και υποτιμούσαν, αγνοώντας την. Το 1974, το στρατιωτικό πραξικόπημα της ελληνικής χούντας στην Κύπρο έδωσε στην Τουρκία την αναμενόμενη από χρόνια ευκαιρία για στρατιωτική επέμβαση στο νησί με στόχο τη διχοτόμησή του. Τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1974 τα τουρκικά στρατεύματα χάραξαν στο κυπριακό έδαφος τη γραμμή Αττίλα, η οποία διχοτομεί την Κύπρο, αφήνοντας όμως στους Έλληνες Κυπρίους ποσοστό εδάφους κατά 10% περίπου περισσότερο απ’ αυτό που είχε παρουσιαστεί το 1957 στον χάρτη του εξωφύλλου του βιβλίου που είχε εκδώσει ο Φαζίλ Κουτσιούκ!!! Η επιχείρηση για τη χάραξη της «γραμμής Αττίλα» πραγματοποιήθηκε από τις 14 Αυγούστου του 1974, μέχρι και τις 17 του ίδιου μήνα. Το επόμενο στάδιο ήταν η ανταλλαγή πληθυσμών.
Η επόμενη φάση ήλθε και πάλι 10 χρόνια αργότερα, με την ανακήρυξη από τους Τουρκοκυπρίους των κατεχομένων περιοχών του νησιού σε χωριστό «ανεξάρτητο κράτος». Είναι φανερό ότι το όλο ζήτημα της Κύπρου είχε από νωρίς (1947 ή 1948) αντικριστεί από τους δυτικούς ως θέμα που θα μπορούσε να τακτοποιηθεί με τον διαμοιρασμό του νησιού, και η μεθόδευση αυτού του διαμοιρασμού έγινε με μακροχρόνιο προγραμματισμό που πρόβλεπε διάφορες φάσεις οι οποίες εκδηλώνονταν περίπου κάθε 10 χρόνια.
Έτσι:
- Το 1954 αρχίζει να προβάλλεται από τους Τούρκους έντονα η απαίτηση της
διχοτόμησης (taksim). - Το 1964 δημιουργούνται τα τουρκοκυπριακά γκέτο.
- Το 1974 η τουρκική εισβολή επιβάλλει επί του εδάφους τη διχοτόμηση.
- Το 1983 ανακηρύσσεται το χωριστό «Τουρκοκυπριακό κράτος».
Στα ενδιάμεσα, διάφορες ενέργειες υποβοηθούν κάθε φορά την εφαρμογή της επομένης φάσης. Το θέμα της διπλής ένωσης αποσυνδέθηκε σε κάποιο στάδιο πριν από τη φάση του 1974 από το θέμα της διχοτόμησης, γιατί η Τουρκία έκρινε (ορθά) ότι δεν θα ήταν προς το συμφέρον της η διπλή ένωση αφού έτσι θα ενισχυόταν η παρουσία της Ελλάδας και στα νότια σύνορα της Τουρκίας. Όλα αυτά τα χρόνια (από το 1947 ή 1948 μέχρι σήμερα) η ελληνική διπλωματία απέτυχε να συνειδητοποιήσει την όλη πορεία του ζητήματος και, επομένως, απέτυχε και στο να την διαφοροποιήσει ή να την παρεμποδίσει.
Ξαναγυρνώντας στα τραγικά γεγονότα εκείνων των ημερών, οι παλινωδίες του καθεστώτος Ιωαννίδη που ψυχορραγούσε και η ατολμία (ή και ο φόβος της προβοκάτσιας λόγω των αμερικανικών πιέσεων) της νέας πολιτικής ηγεσίας υπό τον Καραμανλή, αποθράσυναν ακόμη περισσότερο τους Τούρκους ώστε να εφαρμόσουν περαιτέρω το αφήγημά τους για καταστρατήγηση του άρθρου 4 της Συνθήκης Εγγυήσεως. Θεωρώντας ότι το πραξικόπημα δεν αφορούσε εσωτερικό θέμα της Ελληνοκυπριακής πλευράς, αλλά «εισβολή» λόγω και της στρατιωτικής ενίσχυσης που επεδίωξε και πέτυχε σε συνεννόηση με τη Χούντα ο δικτάτορας Σαμψών (και έχοντας και το «ηθικό» ξέπλυμα από τον Μακάριο με την ομιλία του στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε.), άρπαξαν την ευκαιρία από τα μαλλιά. Οι σφαγές και οι ωμότητες των Τούρκων καταδικάστηκαν από ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών αλλά και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σαν εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας, για τα οποία βέβαια ουδόλως ίδρωσε το αυτί της Άγκυρας (αντίστοιχα βέβαια καταδικαστικά ψηφίσματα είχαμε και εναντίον της Ελληνοκυπριακής πλευράς για τις σφαγές αμάχων γυναικόπαιδων από μέλη της ΕΟΚΑ Β’ σαν αντίποινα για την εισβολή, στις περιοχές Αλόα, Σανταλάρη, Μαράθα και Τόχνη όπως και στον τουρκοκυπριακό θύλακα της Λεμεσού).
Απέναντι στα Τουρκικά στρατεύματα, η Ελληνοκυπριακή πλευρά είχε να αντιπαραθέσει μια ξεγυμνωμένη αμυντική διάταξη με ευθύνη κυρίως της Ελληνικής Κυβέρνησης, όπου η έλλειψη συντονισμού και αποφασιστικότητας μας οδήγησε να θρηνήσουμε αθώα θύματα από φίλια πυρά στην περίπτωση του ΝΟΡΑΤΛΑΣ, όπως και παλινωδίες με υποβρύχια που πότε αναχωρούσαν και πότε ανακαλούνταν πίσω. Εδώ ίσως αξίζει να θυμίσουμε ότι το 1986 κατά την εξέταση από την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για τον Φάκελο της Κύπρου του πρώην δικτάτορα Παπαδόπουλου, γιατί είχε αποσύρει την Ελληνική Μεραρχία την οποία είχε εγκαθιδρύσει ο Γεώργιος Παπανδρέου το 1964 και η οποία σε μεγάλο βαθμό διασφάλιζε την άμυνα του νησιού, υποστήριξε πως δεν υπήρχε νόημα να την κρατά εκεί από τη στιγμή που δεν θα μπορούσε να έχει αεροπορική κάλυψη. Να σημειωθεί ότι ο Φάκελος της Κύπρου δεν άνοιξε ποτέ βέβαια μετά από απόφαση του τότε προέδρου της Βουλής Ιωάννη Αλευρά ώστε να μάθει ο ελληνικός λαός για τους υπαιτίους της Κυπριακής τραγωδίας, προφανώς φοβούμενος ακραίες αντιδράσεις υποστηρικτών υπευθύνων που τότε ακόμη βρίσκονταν εν ζωή. Αλλά πλησιάζει ο καιρός όπου θα γίνει επιτακτική ανάγκη να γίνει αυτό, συμβάλλοντας σ’ αυτό και ο αποχαρακτηρισμός με τον καιρό κάποιων άκρως απόρρητων εγγράφων, κυρίως από τη μεριά του State Department.
Υπό το βάρος λοιπόν της Εθνικής αυτής τραγωδίας, ο αφελής Ιωαννίδης παραιτείται θεωρώντας ότι τον «πούλησαν» (ποιοι άραγε, μάλλον οι Αμερικανοί που τον διαβεβαίωναν μέχρι τελευταία στιγμή ότι οι Τούρκοι δεν θα επέμβουν) και παραδίδει μέσω του Γκιζίκη την εξουσία στον Καραμανλή τα ξημερώματα της 24 ης Ιουλίου 1974. Ο Καραμανλής έπρεπε να ισορροπήσει σε τεντωμένο σχοινί. Οι επικριτές του ισχυρίζονται ότι άφησε εντελώς αβοήθητη την Κύπρο με αποτέλεσμα να υπάρξει η συνέχεια της εισβολής με τον «Αττίλα 2» και την επίτευξη των μακρόπνοων τουρκικών σχεδίων. Οι υποστηρικτές του από την άλλη θεωρούν ότι είχε τα χέρια του δεμένα από τη στιγμή που η στρατιωτική ηγεσία δεν του έδινε το πράσινο φως για αποστολή στρατευμάτων, λόγω της ανετοιμότητας του στρατεύματος (μεσολάβησε και η αποτυχημένη επιστράτευση) και φοβούμενοι εμπλοκή της Ελλάδας σε πόλεμο με την Τουρκία στο Αιγαίο, αλλά και πληροφοριών για κινητικότητα στα βόρεια σύνορα από Γιουγκοσλαβία και Βουλγαρία. Ανεξάρτητα από το τι πιστεύει ο καθένας όμως (κι ανεξάρτητα αν ειπώθηκε από αυτόν το θρυλικό «η Κύπρος κείται μακράν»), οι πράξεις είναι αυτές που μένουν τελικά. Κι όχι μόνο αυτό αλλά το χειρότερο είναι πως όλα αυτά τα χρόνια το ελληνικό κράτος εγκληματούσε δια της απουσίας και αδιαφορίας του, έναντι των ηρώων που έπεσαν υπερασπιζόμενοι του Κυπριακού εδάφους.
Επειδή επίσημα δεν κηρύχθηκε πόλεμος εναντίον της Τουρκίας κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών στην Κύπρο, οι νεκροί δεν αναγνωρίζονταν επίσημα σαν πεσόντες σε πόλεμο! Μέχρι το 2017 η όποια αναγνώριση προερχόταν από κινήσεις οργανώσεων και ιδιωτών! Η ντροπή μετριάστηκε κάπως σχετικά πρόσφατα, το 2017, με τον επαναπατρισμό των λειψάνων 17 αγωνιστών, από τον τότε υπουργό Άμυνας Πάνο Καμμένο, ο οποίος μεταξύ άλλων δήλωνε «…Οι Έλληνες στρατιωτικοί δεν έπεσαν κατά τη διάρκεια ασκήσεων, αλλά κατά τη διάρκεια εθνικής αποστολής, υπέρ πίστεως και πατρίδος, όπως πέφτουν οι Ελληνίδες και οι Έλληνες όταν δίνουν τη μάχη για την εδαφική ακεραιότητα και την εθνική ανεξαρτησία, για τη σημαία και το Σταυρό, εκπληρώνοντας τον όρκο που κάνουν όταν κατατάσσονται ως στρατιώτες». Παρόλα αυτά, όπως πολύ εύστοχα υπογραμμίζει ο δημοσιογράφος Πάρις Καρβουνόπουλος, ακόμη και σήμερα αυτοί οι άνθρωποι πρακτικά δεν έχουν αναγνωριστεί… Ονόματα όπως Σημαιφορίδης, Παπαμελετίου, Αλευρομάγειρος, Γλεντζές και πόσοι άλλοι είναι άγνωστοι στους περισσότερους από εμάς. Ακόμη και σήμερα η ιστορία που έγραψαν δεν έχει βρει χώρο στα σχολικά μας βιβλία. Έχουμε ήρωες που δεν τους μαθαίνουμε στα παιδιά μας, αφήνοντας τα να θαυμάζουν τους παίκτες του…Survivor!
Κατά τα χρόνια που ακολούθησαν της Κυπριακής τραγωδίας, η χώρα προσπάθησε να ορθοποδήσει στρεφόμενη προς την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση μέσω της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας αλλά και προς σύσφιξη της συνεργασίας μέσα στους κόλπους του ΝΑΤΟ, παρά τα τραγικά λάθη που έγιναν με την αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος του για 6 χρόνια και την επαναφορά το 1980, σαν αντίποινα για την σιωπηρή υποστήριξη των Αμερικανών προς τους Τούρκους κατά την εισβολή. Όταν όμως θέλεις να κάνεις μια κίνηση εκφοβισμού και απειλείς με αποχώρηση, η ζωή διδάσκει πως, ακόμη κι αν δεν θέλεις να το κάνεις, το «πουλάς» καλά επικοινωνιακά, σαν να είσαι έτοιμος ακόμα και να εισέλθεις στο αντίπαλο στρατόπεδο του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Βροντερό παράδειγμα τα γεγονότα του 1987 με την απειλή σύρραξης με την Τουρκία επί κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου και κατ’ επέκταση κατάρρευσης της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ.
Η επόμενη επταετία 1974 – 1981 στο εσωτερικό σε οικονομικό επίπεδο κινήθηκε σε ρυθμούς υψηλού πληθωρισμού & επιτοκίων, στα οποία συνέβαλαν και οι ενεργειακές κρίσεις τόσο του 1973 αλλά και του 1979. Σ’ αυτό το περιβάλλον η Τράπεζα της Ελλάδος προσπαθεί να εφαρμόσει μια ήπια πολιτική διολίσθησης της δραχμής προσπαθώντας να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων, αν και χωρίς μεγάλη επιτυχία με αποτέλεσμα η βιομηχανία να υποστεί πολύ μεγάλες πιέσεις. Τα εισοδήματα άρχισαν να δέχονται ισχυρά κτυπήματα το οποίο αντικατοπτρίστηκε και στις εκλογικές αναμετρήσεις που ακολούθησαν. Μετά το θριαμβευτικό 54% που έλαβε η νεοϊδρυθείσα τότε Νέα Δημοκρατία στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1974 και με κυρίαρχο το σύνθημα «Καραμανλής ή τανκς», το αποτέλεσμα ουσιαστικά ήταν μια ψήφος εμπιστοσύνης προς το πρόσωπο του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Η συνέχεια όμως δεν ήταν ανάλογη. Με τη φθορά της κυβέρνησης να είναι ταχεία και με πρόσχημα το Κυπριακό, τις σχέσεις με την Τουρκία και την πορεία της ένταξης της χώρας στην Ε.Ο.Κ. ο Καραμανλής ζητάει από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Τσάτσο διάλυση της Βουλής και πρόωρες εκλογές σε 3 χρόνια, τον Νοέμβριο του 1977.
Μια νέα πραγματικότητα ανέτειλε στην Ελλάδα, αυτή των προεκλογικών συνθημάτων με βολές και απειλές των οπαδών των κομμάτων ένθεν κακείθεν. Το σχέδιο του Εθνικού Διχασμού ξεκινούσε με μαέστρους τους πολιτικούς και πειθήνια όργανα τα κομματικά στελέχη και κατ’ επέκταση και των υπολοίπων ψηφοφόρων. Παραθέτουμε μερικά για να διαπιστώσουμε το μέγεθος του διχασμού που ενέσκηψε όλα αυτά τα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης, με κύριους εμπνευστές τους διοργανωτές των κομματικών εκδηλώσεων.
ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ: «Ε… Ε… Έρχεται», «Εκατό τοις εκατό στο μεγάλο αρχηγό», «Εθνάρχης είναι ο Καραμανλής», «Ελλάς, Ευρώπη, Καραμανλής», «Κώστα, προχώρα, σε θέλει όλη η χώρα», «Απόψε σβήνει ο ήλιος του ΠΑΣΟΚ», «Απόψε πεθαίνει το ΚΚΕ», «Ανδρέα, πάρε το ουίσκι σου και φύγε», «Αυτός είναι αρχηγός, και όχι ο μεθύστακας ο Αμερικανός», «Φόλα στον σκύλο του ΠΑΣΟΚ».
ΠΑ.ΣΟ.Κ.: «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες», «ΠΑΣΟΚ, ΠΑΣΟΚ, Κίνημα λαού», «Ψήφο στο ΠΑΣΟΚ, ναι στην αλλαγή», «ΠΑΣΟΚ, ειρήνη, δημοκρατία», «ΠΑΣΟΚ φορέας αλλαγής», «Όχι ψήφο στη Δεξιά», «Έξω για πάντα από το ΝΑΤΟ», «Έξω οι βάσεις του θανάτου», «Απόψε πεθαίνει η Δεξιά», «Όχι στην ακρίβεια και τον πληθωρισμό», «Όχι στην Ελλάδα των μονοπωλίων» και «Εμπρός, Ανδρέα, για μια Ελλάδα νέα».
Ε.ΔΗ.Κ.: «Στις 21 θα είμαστε εξουσία», «Μαύρε, προχώρα, σε θέλει όλη η χώρα», «Μαύρος – ΕΔΗΚ στην εξουσία», «Το χάος είναι η Δεξιά», «Ν’ ανοίξει τώρα ο Φάκελος της Κύπρου», «Έξω για πάντα από το ΝΑΤΟ», «ΕΔΗΚ, Ευρώπη, σοσιαλισμός», «Ευρώπη ενωμένη σοσιαλιστική», «Απόψε πεθαίνει η Δεξιά» και «Την αλλαγή θα φέρει η ΕΔΗΚ».
Κ.Κ.Ε.: «ΚΚΕ ισχυρό στη Βουλή και το λαό», «ΚΚΕ δυνατό στη Βουλή και το λαό», «ΚΚΕ, το κόμμα σου λαέ», «Εμπρός για μια νέα Ελλάδα», «Όχι στη νέα τρομοκρατία», «Έξω τώρα οι Αμερικάνοι», «Φονιάδες των λαών, Αμερικάνοι», «Όχι άλλα βάρη στις πλάτες του λαού», «Όχι στην ΕΟΚ των μονοπωλίων», «Έξω για πάντα από το ΝΑΤΟ», «Έξω οι βάσεις του θανάτου», «Απόψε πεθαίνει ο φασισμός», «Ένας είναι ο εχθρός, ο ιμπεριαλισμός», «Ζήτω το κόμμα της εργατιάς», «Η εργατιά ψηφίζει ΚΚΕ».
ΕΘΝΙΚΗ ΠΑΡΑΤΑΞΙΣ: «Παπαδόπουλος – Παπαδόπουλος», «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» (σ.σ. το χαρακτηριστικότερο σύνθημα της χούντας), «Ο Μάλλιος ζει, αυτός μας οδηγεί» (σ.σ. για τον δολοφονημένο από την τρομοκρατική οργάνωση «17 Νοέμβρη» βασανιστή της χούντας), «Ψωμί, ελιά και Κώτσο βασιλιά». «Στείλτε τον Μεσσία πίσω στη Γαλλία» (σ.σ. αναφερόταν στον Κων. Καραμανλή), «Ο Φλωράκης στο Γουδί, δίπλα στον Καραμανλή», «Προδότες, αλήτες, κομμουνιστές», «Απόψε πεθαίνει το ΚΚΕ», «Δεν ξεχνούμε, τιμωρούμε», «Όπου και να πάτε, το ξύλο θα το φάτε» και «Ένας είναι ο αρχηγός, Στέφανος πρωθυπουργός», «Οι εθνικόφρονες εκδικούνται», «Γενική αμνηστία», «Τους προδότες δεν τους συγχωρούν, τους τιμωρούν», «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει», «Εθνική Παράταξις, για μια Ελλάδα Ελληνικήν».
ΣΥΜΜΑΧΙΑ (ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΩΝ & ΑΡΙΣΤΕΡΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ): «Συμμαχία δυνατή στο λαό και στη Βουλή» (που έμοιαζε πάρα πολύ με το κεντρικό σύνθημα του ΚΚΕ), «Λαός ενωμένος, ποτέ νικημένος», «Ενωμένος ο λαός, προχωράει πάντα εμπρός», «Ενωμένος ο λαός, για να σβήσει ο φασισμός», «Ο λαός θα το πει, όχι στον Καραμανλή», «Κάτω το κράτος της Δεξιάς», «Έξω οι Αμερικανοί», «Λαέ, εμπρός, να σβήσει ο φασισμός», «Ψήφος για τη Συμμαχία, ψήφος για την αλλαγή», «Οι κομμουνιστές ψηφίζουν Συμμαχία», «Απάντηση θα πάρουν ενότητα κι αγώνα», «Συμμαχία: Η αρχή για τη μεγάλη αλλαγή», «Σήμερα ενότητα, αύριο η νίκη», «Για ένα Σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία» και «Η ενότητα φραγμός στη Δεξιά».
ΚΟΜΜΑ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΩΝ: «Φιλελεύθερος λαός, Μητσοτάκης αρχηγός» και «Δώσε λύση στο αδιέξοδο».
Από τις εκλογές ακόμη του 1977 υπήρχαν φωνές για κατασπατάληση δημοσίου χρήματος στον προεκλογικό αγώνα. Δύο ημέρες πριν από τις εκλογές, σε δημοσίευμά της, η Βραδυνή έκανε λόγο για «χορό εκατομμυρίων», τονίζοντας ότι το στοιχείο που κυριάρχησε στον εκλογικό αγώνα υπήρξε «η εκτεταμένη εκστρατεία ορισμένων κομμάτων, ιδιαίτερα του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ, που πλησίασε τα πρότυπα εκλογικών αγώνων της Αμερικής». Η εφημερίδα αναφέρθηκε σε «αναρίθμητα εκλογικά κέντρα σε όλη την Ελλάδα, πολύχρωμες αφίσες που τυπώθηκαν σε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα, πολυδάπανες οργανώσεις συγκεντρώσεων, μετακινήσεις ψηφοφόρων με ναυλωμένα αεροπλάνα, πλοία και αυτοκίνητα». Και αναρωτιόταν: «Από ποιες πηγές εισέρρευσαν στα ταμεία των κομμάτων αυτών;» . Προφανώς, για τη φιλοκυβερνητική εφημερίδα, το συγκεκριμένο ερώτημα δεν ετίθετο και για την πολυδάπανη εκστρατεία της Ν.Δ.
Στο ίδιο μήκος κύματος με περισσότερο φανατισμό κινήθηκαν καθ’ όλη τη δεκαετία του ’80 οι εκλογές. Ο ερχομός του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην εξουσία τον Οκτώβριο του ’81 σηματοδότησε μια περίοδο «Αλλαγής», όπως ήταν και το κύριο προεκλογικό σύνθημά του, σε πολλούς τομείς της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής της χώρας. Έννοιες όπως η ισότητα μεταξύ των δύο φύλων, η καθιέρωση του πολιτικού γάμου, η κατάργηση της ποινικής δίωξης για μοιχεία, η κατάργηση της προίκας της νύφης προς τον γαμπρό, η καθιέρωση του μονοτονικού συστήματος γραφής, μπορεί σήμερα να προκαλούν το μειδίαμα, αλλά εκείνη την εποχή προκάλεσαν κοινωνικό σεισμό και ομηρικές αντιπαραθέσεις μεταξύ πολέμιων και υποστηρικτών. Δεν παύουν όμως να αποτελούν σημεία αναφοράς έως σήμερα το Εθνικό Σύστημα Υγείας, η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης την περίοδο της Κατοχής, η θεσμοθέτηση αξιοπρεπών αγροτικών συντάξεων, η καθιέρωση των ΚΑΠΗ, ακόμη κι αυτή η περιβόητη Α.Τ.Α (Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή). Η δεκαετία που ακολούθησε συνοδεύτηκε από αθρόες προσλήψεις στο Δημόσιο, από υπέρογκες αυξήσεις των εισοδημάτων και των συντάξεων αλλά όχι από αντίστοιχη αύξηση της παραγωγικότητας. Αυτά και σε συνδυασμό με τις κρατικοποιήσεις μεγάλων Οργανισμών («κοινωνικοποίηση») και οι σοκαριστικές υποτιμήσεις του εθνικού μας νομίσματος, τροχοδρόμησαν την ελληνική οικονομία σε ένα σπιράλ θανάτου.
Από την εποχή αυτή άρχισε να φαίνεται η γιγάντωση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, κυρίως εφημερίδων και περιοδικών, με αποτέλεσμα την ανάδειξη νέων «Βαρώνων», μεγαλοεκδοτών, που επηρέαζαν καθοριστικά την πολιτική ζωή της χώρας. Μέσα σ’ αυτό το νοσηρό περιβάλλον αναδείχθηκε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα, αυτό του Κοσκωτά και της Τράπεζας Κρήτης που έφερε την χώρα στα πρόθυρα του εμφύλιου διχασμού. Η παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο σημάδεψε με τα μελανότερα χρώματα την πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου μας. Κι ενώ η Ευρώπη προχωρούσε προς την ενοποίησή της μέσω της Συνθήκης του Μάαστριχτ το 1992, η Ελλάδα προσπαθούσε να ορθοποδήσει, κυρίως μετά και το φυσικό τέλος δύο πολιτικών μορφών που σημάδεψαν την σύγχρονη Ιστορία μας, των Κωνσταντίνου Καραμανλή και Ανδρέα Παπανδρέου.
Η συνέχεια βέβαια δεν ήταν και τόσο ενθαρρυντική. Το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου απομύζησε και τα τελευταία ψίχουλα οικονομικής εξασφάλισης των Ελλήνων. Οι πτωχεύσεις κραταιών επιχειρήσεων και οι αυτοκτονίες διαδέχονταν η μία την άλλη. Για μία ακόμη φορά οι κρατούντες, με πρωτοστάτη τον Κώστα Σημίτη, προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα τεχνητό κλίμα ευφορίας με την, τουλάχιστον «ύποπτη», επίτευξη της εισόδου της Ελλάδας στη ζώνη του Ευρώ και στην καθιέρωσή του με σταδιακή κατάργηση της δραχμής. Η εθνική υπερηφάνεια δε, έπιασε ταβάνι με τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα, η οποία δυστυχώς συνοδεύτηκε από την αθρόα κατασπατάληση δημοσίου χρήματος – τι πρωτότυπο. Επιβλητικά κλειστά και ανοιχτά γυμναστήρια πρωτόγνωρων αθλημάτων όπως του μπάντμιγκτον που γνώρισαν μεγάλες πιένες εκείνες τις μέρες (και που χορτάριασαν από την αμέλεια του κρατικού μηχανισμού τα επόμενα χρόνια), αλλά και πολυθρύλητα συστήματα ασφαλείας (C4I) που δεν λειτούργησαν ποτέ, δημιούργησαν μια αδηφάγο χοάνη χρέους.
Στο κομμάτι της εξωτερικής πολιτικής, μετά την τραγωδία των Ιμίων και το οσφυοκαμπτικό «Ευχαριστούμε την Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών…» στη Βουλή, ακολούθησε το «γκριζάρισμα» του Αιγαίου από τον γίγαντα της πολιτικής Σημίτη με τη Συνθήκη της Μαδρίτης, όπου αναγνωρίζαμε τα ζωτικά (!!!) συμφέροντα της Τουρκίας σ’ αυτό. Η αναλαμπή του Βέτο στα Σκόπια και η προσπάθεια δημιουργίας του αγωγού Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης για την ενεργειακή αναβάθμιση της Ελλάδας και την ανάδειξή της σε ενεργειακό κόμβο, των κυβερνήσεων Καραμανλή, έληξαν άδοξα με το σχέδιο «Πυθία» και την αλλαγή της σκυτάλης εξουσίας στον Γιώργο Παπανδρέου.
Η κατάρρευση της Lehman Brothers και ο παγκόσμιος αντίκτυπός της, ήταν το τελειωτικό χτύπημα. Το 2009 ο Γιώργος Παπανδρέου αναφώνησε από το Καστελλόριζο ωσάν άλλος Τρικούπης «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν!» και παρέδωσε τα κλειδιά στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Μια νέα εποχή σύγχρονης δουλείας ξεκινούσε για την πολύπαθη χώρα μας και το λαό της. Το ξεπούλημα των ασημικών της Ελλάδας μέσω των Μνημονίων από τις εκτρωματικές συγκυβερνήσεις των άσπονδων συνεργατών Σαμαρά – Βενιζέλου – Κουβέλη στα γεράκια του εξωτερικού είχε αρχίσει. Για τον Έλληνα, μετά και τις ανεκδιήγητες ενέργειες των «Πρώτη Φορά Αριστερά» Τσίπρα – Βαρουφάκη αλλά και του «αναγκαίου κακού» Καμμένου, έμειναν τα Capital Controls και ο υπέρτατος χλευασμός του δημοψηφίσματος – μαριονέττα για την παραμονή ή όχι στο ευρώ. Η ανεκδιήγητη Συμφωνία των Πρεσπών με το σχιζοφρενικής επινόησης άρθρο 7, θα αποτελεί μνημείο προδοτικής συμπεριφοράς και εθνικής μειοδοσίας. Όσο για την κατάργηση των Μνημονίων με έναν νόμο και ένα άρθρο, αν και παλιό, παραμένει σαν ένα από τα καλύτερα ανέκδοτα της προηγούμενης δεκαετίας!
Με τον ερχομό της Ν.Δ. και του Κυριάκου Μητσοτάκη, η χώρα όχι μόνο δεν μπήκε σε μια κάποια τροχιά επαναφοράς στην κανονικότητα, αλλά η φίμωση των ΜΜΕ με δημόσιο χρήμα, η ποινικοποίηση της αντίθετης άποψης, η αποδυνάμωση της Εθνικής Άμυνας και η διάλυση του Ε.Σ.Υ., εν μέσω σκανδάλων, τραγωδιών, κρατικής ανικανότητας και αλαζονικών συμπεριφορών, μας επανέφερε στη μνήμη μας συμπεριφορές της επταετίας των Συνταγματαρχών. Και το χειρότερο είναι ότι όλα αυτά είναι ενδεδυμένα με τον μανδύα της δημοκρατικότητας!!!
Μήπως τελικά το κοντέρ μηδενίζει στα 50 χρόνια; Μήπως η αδιαφορία, η απληστία, η αλαζονεία των σημερινών κυβερνώντων μας οδηγήσει να ξαναζήσουμε ακόμη μια εθνική τραγωδία, έναν ακόμη εθνικό ακρωτηριασμό, αυτή τη φορά στο Αιγαίο, με τη σιγουριά ότι δεν θα διωχθεί κανένας για τίποτα και ποτέ; Κι αν ναι, δεν πρέπει να διεκδικήσουμε κάτι άλλο; Κάτι νέο και ελπιδοφόρο αλλά και με νέα, άφθαρτα υλικά; Δεν το αξίζουμε στο κάτω κάτω ρε γαμώτο; Αναρωτηθείτε…
Σωτήρης Μάκιος – Μέλος του
Νέου Εθνικά Ενιαίου Πολιτικού Σχηματισμού ΠΡΩΤΑ Η ΕΛΛΑΔΑ