Πριν από 6 χρόνια, ξέσπασε μια πυρκαγιά στην περιοχή Νταού Πεντέλης που έμελλε να είναι η πιο φονική στην ιστορία του σύγχρονου ελληνικού κράτους ( να σημειωθεί οτι μία ακόμα μεγάλη πυρκαγιά μαινόταν από το μεσημέρι της ίδιας ημέρας στα Γεράνεια όρη, στην περιοχή της Κινέτας ).
Ήταν απόγευμα Δευτέρας, 23 Ιουλίου 2018, και το ρολόι σε μια κάμερα ασφαλείας σπιτιού έδειχνε 16:41. Κατέγραφε τους πρώτους καπνούς έξω από ένα οικόπεδο, καθώς και την ένταση του αέρα που ολοένα και δυνάμωνε. Οι ισχυροί άνεμοι που έφτασαν τα 12 μποφόρ και έτρεχαν με 120 χιλιόμετρα την ώρα, σε συνδυασμό με τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες συνέβαλαν στο να μετατραπεί η φωτιά, που έβαλε ένας 65χρονος άνδρας για να κάψει ξερά κλαδιά, σε πύρινη λαίλαπα που έφερε την καταστροφή. Στο δίωρο που ακολούθησε, οι φλόγες κατέβηκαν ταχύτατα από τις πλαγιές του Πεντελικού όρους, πέρασαν την Λεωφόρο Μαραθώνα και έφθασαν ήδη στα πρώτα σπίτια στο Μάτι. Μέχρι να καταλήξουν στην θάλασσα έκαψαν τα πάντα στο πέρασμα τους προκαλώντας ανυπολόγιστες υλικές ζημιές αλλά κυρίως τον θάνατο σε ανθρώπινες ζωές και όχι μόνο. Λόγω της γρήγορης εξάπλωσης εκτυλίχθηκαν σκηνές πανικού και φρίκης. Πολλοί κάτοικοι και παραθεριστές δεν πρόλαβαν να αντιδράσουν και είτε κάηκαν ζωντανοί μέσα στα σπίτια τους, είτε εγκλωβίστηκαν στα στενά και αδιέξοδα δρομάκια γιατί δεν γνώριζαν καλά τη γεωγραφία της περιοχής με αποτέλεσμα να βρουν μαρτυρικό θάνατο. Άλλοι έχασαν την ζωή τους προσπαθώντας να διαφύγουν με τα αυτοκίνητά τους. Λόγω του μποτιλιαρίσματος που δημιουργήθηκε, πολλοί τα εγκατέλειψαν και συνέχισαν πεζοί με την ελπίδα οτι θα γλιτώσουν αλλά οι φλόγες, που έτρεχαν πιο γρήγορα, τους περικύκλωσαν. Τέλος, υπήρξαν άνθρωποι που αν και ήταν μέσα στο νερό, πνίγηκαν από αναθυμιάσεις γιατί έμειναν επί ώρες αβοήθητοι μέσα στον καπνό και την αγωνία αναζητώντας σωτηρία. Το μεγαλύτερο δράμα, ωστόσο, γράφτηκε μέσα σε ένα οικόπεδο δίπλα στην θάλασσα, στην Αργυρά Ακτή, εκεί που βρέθηκαν 26 απανθρακωμένοι άνθρωποι, οι περισσότεροι από αυτούς σφιχταγκαλιασμένοι. Δυστυχώς, ούτε αυτοί μπόρεσαν να βρουν διέξοδο διαφυγής προς το υγρό στοιχείο…. « λόγω της άναρχης και χωρίς σχέδιο ανάπτυξης της περιοχής », όπως είπε χαρακτηριστικά στην τηλεοπτική έρευνα του Αθηναϊκού/ Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, λίγες μέρες αργότερα, η κ.Μαργαρίτα Καραβασίλη, αρχιτέκτων πολεοδόμος και πρώην ειδική γραμματέας των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος. Τόνισε ιδιαίτερα οτι « σε μια περιοχή δομημένη πολύ πυκνά, μέσα στον χρόνο, η οποία ήταν σχεδόν στο σύνολό της δασική, υπήρχε έλλειμμα υποδομών. Έλλειμμα δρόμων να δίνουν μια διέξοδο και μια ασφάλεια στους κατοίκους και σε περίπτωση εκτάκτου ανάγκης όπως ήταν αυτή, δεν υπήρχε μια εικόνα στο πού μπορεί κανείς να πάει για να σωθεί ».
Στο πολυσέλιδο εισαγγελικό πόρισμα για την φονική πυρκαγιά, βάσει του οποίου ασκήθηκαν σε βαθμό πλημμελήματος ποινικές διώξεις κατά 21 προσώπων, έγινε σαφές πως στην πράξη ουσιαστικά τίποτα δεν λειτούργησε κατά τα προβλεπόμενα και η όλη διαχείριση από την πυροσβεστική, την ΕΛΑΣ, την πολιτική προστασία, την Περιφέρεια Αττικής, τους δήμους και το λιμεναρχείο Ραφήνας έγινε σπασμωδικά, χωρίς κανέναν συντονισμό, με απόλυτη έλλειψη επικοινωνίας, όχι μόνον μεταξύ συναρμόδιων υπηρεσιών αλλά και εντός κάθε υπηρεσίας αφού « κυρίαρχο ρόλο στην δημιουργία σύγχυσης……..έπαιξε η ύπαρξη και λειτουργία πολλών παράλληλα χρησιμοποιούμενων συστημάτων επικοινωνίας μεταξύ των αξιωματικών του πυροσβεστικού σώματος και των στελεχών των άλλων φορέων. Ειδικότερα, προέκυψε, ότι η επικοινωνία γινόταν Α) με τη χρήση κινητών τηλεφώνων, υπηρεσιακών ή προσωπικών, Β) με τη χρήση ασύρματων, Γ) με τη χρήση ενσύρματων γραμμών ». Ωστόσο, δεν δόθηκε ποτέ σαφής εντολή εκκένωσης του οικισμού στο Μάτι. Καμία σχετική συνομιλία δεν καταγράφεται στα κείμενα απομαγνητοφωνήσεων από τους ασυρμάτους της Πυροσβεστικής. Καταγράφηκε μόνο μία ασαφής κίνηση ενός μόνο αξιωματικού της Πυροσβεστικής που ζήτησε αόριστα από εκπρόσωπο της Περιφέρειας Αττικής «να φύγει ο κόσμος», χωρίς να προσδιορίζει διαδικασίες κι από ποιο σημείο.Κατά την εισαγγελική κρίση, η πυροσβεστική υπηρεσία φαίνεται να μην εκτίμησε από την αρχή την επικινδυνότητα της κατάστασης, αν και ήταν γνωστό ότι θα επικρατούσαν ακραίες καιρικές συνθήκες στην ανατολική Αττική. Το συντονιστικό της κέντρο συνέχεε την εκδήλωση αυτής της πυρκαγιάς με τον καπνό από τη φωτιά που κατέστρεφε από το πρωί το δάσος της Κινέτας. Επιπλέον, υπήρχε καθυστέρηση στην άφιξη των πυροσβεστικών δυνάμεων, γιατί ορισμένα οχήματα που θα έπρεπε να βρίσκονται στη γύρω περιοχή είχαν σταλεί στην πρωινή πυρκαγιά της Δυτικής Αττικής. Κάποια αεροσκάφη που, επίσης, διατάχθηκαν να μεταβούν στο σημείο δεν μπόρεσαν να απογειωθούν είτε λόγω ισχυρών ανέμων που συνεχώς άλλαζαν κατεύθυνση, είτε λόγω τεχνικών προβλημάτων. Από καταθέσεις πολλών αυτοπτών μαρτύρων αποδείχθηκε ότι τις κρίσιμες ώρες που το πύρινο μέτωπο πλησίαζε στο Μάτι, στην περιοχή επιχειρούσε μόνο ένα ελικόπτερο τύπου Ericson που έκανε όμως αποτυχημένες ρίψεις νερού. Επίσης, από το υλικό της δικογραφίας που συνέλεξαν οι εισαγγελείς προέκυψε ότι «η ηγεσία του πυροσβεστικού σώματος δεν χρησιμοποίησε επιχειρησιακά, παρόλο που είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς τούτο, τα δύο εκ των τριών πυροσβεστικών πλοίων που εδρεύουν στον 5ο λιμενικό πυροσβεστικό σταθμό στον Πειραιά, τα οποία θα μπορούσαν να συνδράμουν τη λιμενική αρχή Ραφήνας και να βοηθήσουν μαζί με τα υπόλοιπα πλωτά μέσα στην δια θαλάσσης διάσωση ατόμων». Δυστυχώς, δεν κινητοποίησε ούτε την Ειδική Μονάδα Αντιμετώπισης Καταστροφών ( ΕΜΑΚ ) που και αυτή διέθετε σωστικές λέμβους. Ευθύνες όμως καταλογίστηκαν και στους αξιωματικούς του Λιμεναρχείου που κλήθηκαν να δώσουν εξηγήσεις για καθυστερημένη αρωγή στα θύματα της πυρκαγιάς που μπήκαν στο νερό για να σωθούν ( αξίζει να σημειωθεί οτι ιδιώτες, με δικά τους σκάφη και με κίνδυνο της ζωής τους, έκαναν συνεχή δρομολόγια από τις παραλίες του Ματιού και μετέφεραν παιδιά και ηλικιωμένους ). Επιπλέον, από την έρευνα διαπιστώθηκε οτι επέτρεψαν τον λιμενισμό δύο πλοίων και την αποβίβαση επιβατών και οχημάτων, με αποτέλεσμα να επιβαρυνθεί η κυκλοφορία στην Λεωφόρο Μαραθώνα κάνοντας την κατάσταση με την κίνηση των οχημάτων στην περιοχή ακόμα πιο δύσκολη και χαοτική. Και τα κρίσιμα εκείνα λεπτά που προχωρούσε ταχύτατα ο πύρινος εφιάλτης, « δεν υπήρχε επαρκής αριθμός αστυνομικών οργάνων προκειμένου να βοηθήσει στην εκτροπή των μεταφορικών μέσων (αποσυμφόρηση της κυκλοφορίας) και την οδήγηση τους προς ασφαλή από την πυρκαγιά περιοχή » ενώ « ο μη αποκλεισμός της εισόδου των οχημάτων στο Μάτι από κάθετες οδούς που διασταυρώνονταν με την συγκεκριμένη Λεωφόρο αποτέλεσε κομβική παράλειψη των αρμοδίων αξιωματικών της ελληνικής αστυνομίας ». Αυτά ισχυρίστηκαν στο πόρισμά τους οι εισαγγελικοί λειτουργοί και τελικά επιβεβαίωσαν με τον χειρότερο τρόπο ότι δεν ενήργησε σωστά η Συντονιστική Αρχή Πολιτικής Προστασίας και όταν συγκλήθηκε ήταν πια πολύ αργά. Μάλιστα γνώριζε για την ύπαρξη νεκρών, πολύ νωρίτερα από την συνεδρίαση, παρουσία του τότε πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα. Δυστυχώς, φάνηκε εκ του αποτελέσματος οτι δεν λειτούργησε ούτε το σύστημα διαχείρισης πυροπροστασίας και πυρόσβεσης που χρηματοδοτήθηκε από το ΕΣΠΑ και παραδόθηκε στην Περιφέρεια το 2010.
Σχεδόν έξι χρόνια μετά την πολύνεκρη τραγωδία στο Μάτι, στις 29 Απριλίου 2024, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας ανακοίνωσε την απόφασή του που ήταν αθωωτική για τους 15 από τους 21 κατηγορούμενους. Αυτοί που δεν αντέδρασαν έγκαιρα και αποτελεσματικά στην κρίση και κρίθηκαν ουσιαστικά ένοχοι για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια και της σωματικής βλάβης από αμέλεια ήταν μόλις πέντε υψηλόβαθμα στελέχη του πυροσβεστικού μηχανισμού ( κανείς από την Περιφέρεια, την Τοπική Αυτοδιοίκηση και την Πολιτική Προστασία ), καθώς και ο κάτοικος του Νταού Πεντέλης αφού στην έκθεση του εμπειρογνώμονα εξακριβώθηκε εμπρησμός από αμέλεια και προσδιορίστηκε με ακρίβεια το σημείο απ’ όπου ξεκίνησαν οι φλόγες και μάλιστα μια ημέρα με δείκτη επικινδυνότητας πυρκαγιάς πολύ υψηλό (Κατηγορία 4). Η πρωτόδικη απόφαση πάρθηκε χωρίς να γίνει δεκτό το αίτημα του ανακριτή που είχε ζητήσει διώξεις για κακούργημα. Είναι γεγονός ότι κατά την πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου, κακουργηματικές ποινές επιβάλλονται μόνο εφόσον έχει αποδειχθεί δόλος του κατηγορουμένου, κάτι που σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών δεν αναγνωρίζεται μέχρι σήμερα από τα δικαστήρια. Έτσι, στους καταδικασθέντες επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης από τρία έως πέντε έτη και μάλιστα εξαγοράσιμες έναντι ποσού ύψους περίπου 40.000 ευρώ για τον καθένα. Αυτό προκάλεσε την οργή των συγγενών των θυμάτων που περίμεναν τόσο καιρό για την στιγμή της δικαίωσης και αυτή τελικά δεν ήρθε. Ξέσπασαν σε φωνές και κλάματα και μάλιστα η ένταση ήταν τόσο μεγάλη που κυριολεκτικά οι κατηγορούμενοι φυγαδεύτηκαν από άλλη πόρτα της δικαστικής αίθουσας. Σχολιάζοντας την ετυμηγορία του δικαστηρίου η κ.Ειρήνη Μαρούπα, δικηγόρος οικογενειών που έχασαν τους δικούς τους ανθρώπους στο Μάτι, είπε αρχικά ότι « δεν είναι ότι δεν υπάρχει πια κράτος δικαίου στην Ελλάδα αλλά δεν μπορούμε να ελπίζουμε ούτε στην επιβίωσή μας γιατί χάθηκε και η ντροπή » και συνέχισε λέγοντας: « τα θύματα αυτής της φωτιάς που πέθαναν υπό φρικτές συνθήκες και οι τραυματίες που θα υποφέρουν για όλη τους τη ζωή, δεν να βρουν ποτέ γιατρειά στην ψυχή τους ».
Σήμερα, συμπληρώνονται έξι χρόνια από τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι και σύμφωνα με τη νομοθεσία, στα οχτώ χρόνια παραγράφονται όλες οι πλημμεληματικές κατηγορίες. Αυτό πρακτικά σημαίνει οτι η Δικαιοσύνη οφείλει έως το 2026, όχι μόνον να έχει ολοκληρώσει τη δίκη σε δεύτερο βαθμό (Εφετείο), αλλά επιπλέον η όποια απόφαση να έχει καταστεί αμετάκλητη, δηλαδή να έχουν ολοκληρωθεί και οι σχετικές διαδικασίες από τον Άρειο Πάγο. Για αυτόν τον λόγο, στις 8 Ιουλίου 2024, άρχισε στο Εφετείο Αθηνών η επανεξέταση της υπόθεσης με τους 20 κατηγορουμένους να κάθονται ξανά στο εδώλιο ( Ο 21ος κατηγορούμενος, ο άντρας που καταδικάστηκε πρωτόδικα σε φυλάκιση 3 ετών για την πρόκληση της φωτιάς, καθώς δεν συμπεριλαμβάνεται στην εισαγγελική έφεση, θα δικαστεί με ζητούμενο τη μείωση της ποινής του κατόπιν δικής του έφεσης ). Και σε αυτή την περίπτωση, η δίκη αναμένεται να είναι πολύμηνη…….
Οι πυρόπληκτες οικογένειες στην περιοχή της Ανατολικής Αττικής βίωσαν από πρώτο χέρι και με τον χειρότερο τρόπο τις συνέπειες της φωτιάς. ‘Εχασαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα, έχασαν τις περιουσίες τους και προσπαθούν, δια της δικαστικής οδού, να λύσουν τα προβλήματά τους. Αυτό που ζητούν είναι « μια δίκαιη δίκη, σεβασμό από όλους τους παράγοντες της δίκης και ουσιαστική διάγνωση της αλήθειας και απόδοση των ευθυνών και των ορθών χαρακτηρισμών », όπως είπαν χαρακτηριστικά σε μια ανακοίνωση του συλλόγου τους. Ωστόσο, τόσο η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ, όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, που τότε ήταν αυτή κυβέρνηση, φαίνεται πως κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση, αυτήν της συγκάλυψης. Επιπλέον, όπως δείχνουν και τα τελευταία σχέδια ανάπλασης των καμένων οικισμών, σκοπός τους είναι να εξυπηρετήσουν μεγάλα οικονομικά συμφέροντα δίνοντας την ευκαιρία σε μεγάλα επενδυτικά κεφάλαια να αξιοποιήσουν το συγκεκριμένο κομμάτι γης που είναι πραγματικά “φιλέτο”.
Σαν επίλογο αυτού του κειμένου θα ήθελα να πω σε μορφή ποιήματος τα εξής:
Τα τελευταία χρόνια, τραγωδίες συμβαίνουν γύρω μας πολλές και εμείς είμαστε στο ίδιο έργο πάντα θεατές, μονάχα το σκηνικό αλλάζει και οι πρωταγωνιστές.
Όταν η αυλαία πέφτει, μένει μόνο ο θυμός και της αποδοκιμασίας μας οι φωνές γιατί τίποτα δεν γίνεται σε επίπεδο οργάνωσης από τις ελεγχόμενες κρατικές αρχές.
Για λάθη και παραλείψεις κανείς δεν λέει οτι φταίει, κανείς δεν θέλει να αφήσει της εξουσίας τα ηνία, παντού υπάρχει σήψη, διαφθορά, συγκάλυψη και ατιμωρησία.
Μπροστά στον ανθρώπινο πόνο και την δυστυχία στέκεται με απάθεια η κυβερνητική αναλγησία, όλα γίνονται για των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων την κερδοφορία.
Αχ! Έλληνα μου, δεν έχεις χορτάσει από υποσχέσεις που όμως δεν τηρούνται; Πάψε, λοιπόν, να είσαι ένας απλός παρατηρητής και γίνε των εξελίξεων ο καθοδηγητής.
Όπως η κ. Μαρία Καρυστιανού, σήκωσε το ανάστημά σου και μην φοβάσαι το δίκιο σου να βρεις. Πες την αλήθεια σου και αγωνίσου γιατί στο τέλος μπορεί εσύ να είσαι ο νικητής.
Τασούλα Γεωργιάδου – Μέλος του
Νέου Εθνικά Ενιαίου Πολιτικού Σχηματισμού – Πρώτα η Ελλάδα