Λαμβάνοντας ενδεικτικά υπόψη:
την έκθεση της Κομισιόν για την διαφθορά (με την Ελλάδα να σκαρφαλώνει στην πρώτη θέση της πιο διεφθαρμένης χώρας εντός ΕΕ, με το 98% των ερωτηθέντων να υποστηρίζει πως η διαφθορά είναι το πιο διαδεδομένο άθλημα στη χώρα)
την Έρευνα ΕΑΔ: (Ατιμώρητη η διαφθορά στην Ελλάδα λέει το 87%)
την τελευταία αξιολόγηση της GRECO /Ομάδα Κρατών κατά της Διαφθοράς του Συμβουλίου της Ευρώπης (με όλους τους δείκτες διαφθοράς να παραμένουν πολύ υψηλοί σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ε.Ε. και το πλέον του 50 % των ερωτηθέντων πολιτών, πιστεύουν ότι δωροδοκίες και κατάχρηση εξουσίας έχουν εξαπλωθεί μεταξύ των πολιτικών)
αντιλαμβανόμαστε ότι στη χώρα μας υπάρχει μακρά παράδοση φαινομένων διαφθοράς στις συναλλαγές του πολίτη με τις δημόσιες υπηρεσίες.
Η διαφθορά ως «καρκίνωμα» της δημοκρατίας μας και η κατά συνέπεια κακοδιοίκηση της Χώρας μας, αποτελούν το σύμπτωμα κακής διακυβέρνησης η οποία έχει αρνητικές συνέπειες τόσο στην εφαρμογή αρχών ενός κράτος δικαίου όσο και στην οικονομική ανάπτυξη μιας κοινωνίας.
Τι είναι όμως διαφθορά; Διαφθορά θεωρείται οποιαδήποτε νομικά κολάσιμη συμπεριφορά που έχει κατάχρηση δημοσίου αξιώματος ή ρόλου για την επίτευξη ιδιωτικού οφέλους. Το όφελος μπορεί να είναι υλικό ή ηθικό. Η διαφθορά περιλαμβάνει μεν την κατάχρηση εξουσίας που αφορά στη χρήση δημοσίου αξιώματος για την επιδίωξη προσωπικού οφέλους αλλά δεν ταυτίζεται με αυτήν. Η διαφθορά αποτελεί κάτι το ευρύτερο.
Συνήθως φαινόμενα διαφθοράς αποτελούν χαριστικές πράξεις της διοίκησης, οι μεσολαβητικές διαδικασίες της γραφειοκρατίας και η δωροδοκία. Η διαφθορά στο δημόσιο τομέα προκαλεί αναποτελεσματικότητα και αδιαφάνεια και οδηγεί σε φαινόμενα κακοδιοίκησης που εντείνονται από την πολυνομία και την έλλειψη ελεγκτικών μηχανισμών.
Η ποιότητα της διακυβέρνησης και της λειτουργίας των θεσμών αποτελούν κριτήρια νομιμότητας της δομής μιας πολιτείας. Μια δημοκρατική πολιτεία δεν επιτρέπει την εμφάνιση φαινομένων διαφθοράς, αντιθέτως η χρηστή διοίκηση και η δημοκρατική οργάνωση οδηγούν στην εξάλειψη τέτοιων φαινομένων. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι η οικονομική ανάπτυξη ωθεί προς την εμφάνιση δημοκρατικών δομών και ότι η διαφάνεια στη διακυβέρνηση υποστηρίζει την οικονομική ανάπτυξη.
Παρόλο που η Ελλάδα είναι μια δημοκρατική χώρα παρουσιάζει την μεγαλύτερη διαφθορά στην Ευρώπη. Μάλιστα δε τα πολιτικά κόμματα στη χώρα μας θεωρούνται ως ο θεσμός με την μεγαλύτερη διαφθορά και αυτό σημαίνει ότι δεν είναι δυνατόν να καταπολεμηθεί η διαφθορά χωρίς εκ βάθρων αλλαγές στο υφιστάμενο πολιτικό σύστημα. Η διαπλοκή και η διαφθορά αποτελούν συμφυή στοιχεία του νεωτερικού και ουσιαστικά του προαντιπροσωπευτικού συστήματος. Ο πόλεμος εναντίον των φαινομένων διαφθοράς απαιτεί την έξοδο από μια αντίφαση: Δεν είναι δυνατόν να καταστεί το πολιτικό σύστημα υγιές εάν δεν μεταβληθεί το ίδιο το πολιτικό σύστημα.
Το Σύνταγμα του 1975 καθιερώνει για πρώτη φορά την αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου.Έχουμε λοιπόν με την κατοχύρωση αυτή την παράλληλη πλεύση τόσο της αρχής του κοινωνικού κράτους όσο και της αρχής του κράτους δικαίου. Το φαινόμενο της διαφθοράς δεν συμβιβάζεται με την αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου. Η διαφθορά είναι τελικά ένα αντισυνταγματικό φαινόμενο. Αντίκειται στην αρχή της νομιμότητας της δημόσιας διοίκησης σύμφωνα με την οποία τα διοικητικά όργανα μπορούν να προβαίνουν μόνο στις νόμιμες ή υλικές ενέργειες που προβλέπονται και επιβάλλονται ή επιτρέπονται από κανόνες δικαίου, οι οποίοι και καθορίζουν την αρμοδιότητά τους. Αντίκειται επίσης η διαφθορά στην αρχή του δημοσίου συμφέροντος σύμφωνα με την οποία οι ενέργειες των διοικητικών οργάνων αποσκοπούν πάντοτε στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος. Αντίκειται τέλος η διαφθορά στην αρχή προστασίας των διοικουμένων, δηλαδή την προστασία των δικαιωμάτων ή και συμφερόντων που κατοχυρώνονται από το Σύνταγμα και προβλέπονται από την νομοθεσία, όπως το δικαίωμα της ισότητας, της αμεροληψίας της διοίκησης και της καλής λειτουργίας της. Η εξυπηρέτηση ιδιοτελών συμφερόντων από κρατικά όργανα εκτός του ότι αναιρεί την θεμελιώδη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης αντανακλά ένα σημαντικό πρόβλημα που αναφύεται στο πλαίσιο της πολιτικής προσέγγισης της διαφθοράς. Στην προσέγγιση αυτή προϋποτίθεται το αντιπροσωπευτικό πρόσημο της πολιτικής εξουσίας. Στο νεωτερικό κράτος η ιδιότητα του ελεγκτή και του ελεγχομένου συναντώνται στο θεσμό του κράτους. Αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος είναι ότι η πολιτική δεν υπόκειται στη δικαιοσύνη , με την έννοια ότι δεν υπόκειται ο πολιτικός στη διαδικασία της δικαιικής ευθύνης της εξουσίας.
Ως αποτέλεσμα αυτής της πραγματικότητας παρατηρείται το φαινόμενο της νομιμοποίησης της πελατειακής διαπλοκής του πολιτικού προσωπικού, δηλαδή της μεταβολής των πολιτικών προσώπων ως εντολοδόχων των ιδιωτών αντί της λαϊκής θέλησης. Κατά τον τρόπο αυτό μεταλλάσσεται και διαφθείρεται ο σκοπός της.
Όταν λοιπόν στην πολιτική λέγεται ότι υπάρχει ανάγκη για εξυγίανση και διαφάνεια, τοποθετείται ένα δίλημμα ηθικής φύσεως στη θέση μιας ακραιφνώς πολιτικής επιλογής και κοινωνικού κράτους που θα πρέπει να συνυπολογιστεί σε μια κοινή στρατηγική σχεδιασμού και εφαρμογής ενδεδειγμένων μεταρρυθμίσεων για την χώρα μας.
Υπό την έννοια αυτή, η καλλιέργεια μιας νέας πολιτικής κουλτούρας και μιας νέας ηθικής στη δημόσια διοίκηση θα πρέπει να αποτελέσουν τα αλληλένδετα στοιχεία μιας δεοντολογίας προκειμένου η χώρα μας να οδηγηθεί στην εν γένει βελτίωση της διοίκησης και στην αποκατάσταση της διαφάνειας και της εξωστρέφειας.
Εν τέλει οι αρχές της νομιμότητας, της ισότητας και της αξιοκρατίας, ως τα χαρακτηριστικά ενός του σύγχρονου κράτους δικαίου θα αποτελέσουν και την αναγκαιότητα για καθημερινό μας βίωμα.
Οψόμεθα!
Δημοσθένης Φραγκόπουλος
Ιδρυτικό Μέλος